Πνευμονική ίνωση

Πνευμονική ίνωση χαρακτηρίζεται μια χρόνια νόσος του πνεύμονα, κατά την οποία ο πνεύμονας αντικαθίσταται με ινώδη ιστό και καταλήγει προοδευτικά στην ουλοποίησή του. Η πιο συχνή μορφή πνευμονικής ίνωσης είναι η ιδιοπαθής πνευμονική ίνωση. Οι παράγοντες που μπορεί να συντελέσουν στην εμφάνιση της πνευμονικής ίνωσης σχετίζονται με την επίδραση κάποιων περιβαλλοντικών παραγόντων (εισπνοή ερεθιστικών αερίων), τη λήψη ορισμένων φαρμάκων ή της προσβολής του πνεύμονα στο πλαίσιο νοσήματος που προσβάλλει και άλλα συστήματα του οργανισμού (αρθρώσεις, γαστρεντερικό, δέρμα κ.ά.) και το κάπνισμα. Δυστυχώς η πρόγνωση της νόσου δεν είναι καλή, καθώς τα άτομα με πνευμονική ίνωση καταλήγουν είτε από την ίδια τη νόσο (αναπνευστική ανεπάρκεια) είτε από επιπλοκές της (πνευμονική υπέρταση, μικροβιακές λοιμώξεις, καρκίνος πνεύμονα).

Ποια είναι τα συμπτώματα;

Λόγω της νόσου προκαλείται υποξυγοναιμία, η οποία προοδευτικά επιφέρει επιδεινούμενη δύσπνοια. Συγκεκριμένα η δύσπνοια αρχικά εμφανίζεται κατά τις στιγμές κόπωσης (όταν το άτομο εκτελεί δραστηριότητες) και στη συνέχεια κατά τις στιγμές ηρεμίας (όταν ξεκουράζεται). Επίσης, ένα άλλο σύμπτωμα είναι η ύπαρξη ενός χρόνιος ξηρού (χωρίς φλέγματα) βήχα. Σε ορισμένες περιπτώσεις παρατηρείται πληκτροδακτυλία (ανώδυνη διόγκωση στην επονομαζόμενη κοίτη των νυχιών στα δάκτυλα, τα οποία μοιάζουν με πλήκτρα τυμπάνου), καθώς και απώλεια βάρους, ανορεξία και αδυναμία.

Υπάρχει θεραπεία;

Όπως αναφέρθηκε, πρόκειται για μια προοδευτικά επιδεινούμενη και μη αναστρέψιμη νόσο. Η συμβατική θεραπεία που ακολουθείται για την αντιμετώπιση της πνευμονικής ίνωσης συμπεριλαμβάνει συνδυασμό κορτικοστεροειδών, αντιοξειδωτικών (Ν-ακετυλοκυστεΐνη) ανοσοκατασταλτικών και ανοσοτροποποιητικών φαρμάκων, χωρίς ωστόσο να επιφέρει ιδιαίτερα ικανοποιητικά αποτελέσματα. Η θεραπεία που κρίνεται αποτελεσματική και έχει αποδείξει ότι παρατείνει την επιβίωση (μέση επιβίωση σήμερα 5 χρόνια) των ασθενών, είναι η μεταμόσχευση πνεύμονα.

 

περισσότερα...

Νεοπλασίες του πνεύμονα

Ως νεοπλασία χαρακτηρίζεται ο ανώμαλος πολλαπλασιασμός των κυττάρων, ο οποίος προκαλεί συνήθως τη δημιουργία μιας μάζας ή ενός όγκου. Οι νεοπλασίες διακρίνονται σε καλοήθεις, προ-κακοήθεις (καρκίνωμα in situ) ή κακοήθεις (καρκίνος).

Οι κακοήθειες του πνεύμονα αποτελούν ένα είδος καρκίνου που ξεκινά από τα κύτταρα και τους ιστούς των πνευμόνων και μπορεί να κάνει μεταστάσεις σε άλλα σημεία του σώματος. Συνήθως προσβάλλει την τραχεία (αναπνευστικός σωλήνας), τους βρόγχους (αεραγωγοί) ή τις πνευμονικές κυψελίδες. Διακρίνεται στον μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα, ο οποίος εμφανίζεται συνήθως σε ανθρώπους που καπνίζουν και στον μη μικροκυτταρικό με  πιο κοινή μορφή το αδενοκαρκίνωμα και το πλακώδες καρκίνωμα.

Ποια είναι τα αίτια εμφάνισης του καρκίνου του πνεύμονα;

Ο πιο συχνός και κοινός παράγοντας κινδύνου είναι το κάπνισμα. Ωστόσο υπάρχουν περιπτώσεις ανθρώπων που εμφανίζουν νεοπλασίες στον πνεύμονα λόγω του ότι έχουν εκτεθεί σε παθητικό κάπνισμα. Άλλοι παράγοντες σχετίζονται με την έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση (συμπεριλαμβανομένων των εκπομπών καυσαερίων των κινητήρων ντίζελ), έκθεση σε ανθυγιεινές συνθήκες που επικρατούν στο εργασιακό περιβάλλον (σε αμίαντο, σκόνη ξύλου, αναθυμιάσεις συγκόλλησης, αρσενικό, βιομηχανικά μέταλλα, π.χ. βηρύλλιο και χρώμιο) και σε έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση εσωτερικού χώρου (σε ραδόνιο ή καπνό λόγω καύσης άνθρακα). Άλλος παράγοντας μπορεί να είναι η κληρονομικότητα, ενώ αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του πνεύμονα διατρέχουν τα άτομα που πάσχουν από Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ), Πνευμονική ίνωση, Καρκίνο της κεφαλής, του τραχήλου (λαιμού) ή του οισοφάγου και από Λέμφωμα ή καρκίνο του μαστού (αντιμετώπιση με ακτινοθεραπεία θώρακος).

Ποια είναι τα προειδοποιητικά συμπτώματα που μπορεί να εμφανίσει κάποιος;

Αν η νεοπλασία βρίσκεται σε αρχικό στάδιο, τότε μπορεί να μην υπάρχουν συμπτώματα. Σε πιο προχωρημένο στάδιο τα συμπτώματα μπορεί να είναι είτε πιο ήπια είτε πιο θορυβώδη. Μερικά από τα πιο βασικά είναι η δύσπνοια, ο συριγμός, οι συχνές λοιμώξεις, ο πόνος στην περιοχή του θώρακα, ο βήχας (παραγωγικός και ξηρός), η αλλαγή στο βήχα του καπνιστή, η ξαφνική απώλεια βάρους, η επίμονη κόπωση και αδυναμία και το βράχνιασμα.

Όταν διαπιστωθούν μερικά από τα παραπάνω συμπτώματα και αν η παρουσία τους είναι αισθητή και εμμένουσα για κάποιο χρονικό διάστημα, τότε είναι σημαντικό το άτομο να απευθυνθεί άμεσα στον πνευμονολόγο για περαιτέρω διερεύνηση.

Υπάρχει θεραπεία;

Όπως και σε όλες τις παθήσεις, είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει έγκαιρη και έγκυρη διάγνωση. Υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί τύποι νεοπλασιών του πνεύμονα, οι οποίες αντίστοιχα απαιτούν μια σειρά από διαφορετικές θεραπείες. Το πλάνο θεραπείας που θα ακολουθήσει ο ειδικός θα διαμορφωθεί με βάση τη διάγνωση, το στάδιο στο οποίο βρίσκεται, τη γενική κατάσταση της υγείας του ατόμου και τις προσωπικές του προτιμήσεις. Επομένως, οι μέθοδοι αντιμετώπισης μπορεί να επικεντρωθούν είτε στη θεραπεία του καρκίνου του πνεύμονα (θεραπευτική αγωγή, χειρουργική αντιμετώπιση, χημειοθεραπεία κ.ά.) είτε στο να βοηθήσει το άτομο να έχει μια καλύτερη και ποιοτική ζωή με τον καρκίνο του πνεύμονα (παρηγορητική θεραπεία).

 

περισσότερα...

Πνευμονικά οζίδια

Οζίδιο ή όζος ονομάζεται ένας ανατομικός φυσιολογικός ή παθολογικός σχηματισμός. Τα οζίδια μπορεί να εμφανιστούν σε οποιοδήποτε όργανο του ανθρώπινου σώματος. Η παρουσία ενός οζιδίου στον πνεύμονα αφορά μια μικρή βλάβη, που περιβάλλεται από κανονικό πνευμονικό ιστό και ο οποίος εκδηλώνεται συνήθως σε έναν από τους δυο πνεύμονες. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα υπέρπυκνο ιστό σε σχέση με το υπόλοιπο πνευμονικό παρέγχυμα.

Πως γίνεται η διάγνωση;

Στις περισσότερες περιπτώσεις ανιχνεύεται τυχαία, καθώς το πνευμονικό οζίδιο δεν παρουσιάζει κανένα σύμπτωμα. Αν υπάρχει ένδειξη συμπτώματος, αυτό σχετίζεται με συριγμό στην αναπνοή, βήχα, δύσπνοια και πυρετό (ειδικά αν συνυπάρχει με πνευμονία). Εντοπίζεται με κάποια απεικονιστική εξέταση (ακτινογραφία ή αξονική τομογραφία θώρακος). Το μέγεθός του δεν υπερβαίνει συνήθως τα 3cm σε διάμετρο και γενικά αν είναι κάτω από 6mm θεωρείται ως καλοήθες υπό παρακολούθηση. Διακρίνονται σε μονήρη όζο, όταν πρόκειται για την παρουσία ενός όζου ή σε πολλαπλούς. Κατά τη διάγνωση είναι σημαντικό να διαπιστωθεί εάν πρόκειται για καλοήθεια ή αν υπάρχει κακοήθεια αρχικού σταδίου. Οι πιθανότητες για να είναι καλοήθες αυξάνονται στις περιπτώσεις που το άτομο είναι μικρότερο των 40 ετών, δεν είναι καπνιστής και όταν το οζίδιο έχει εναπόθεση ασβεστίου και έχει μικρό μέγεθος.

Ποια είναι τα αίτια εμφάνισής τους;

Τα πνευμονικά οζίδια μπορεί να οφείλονται σε λοιμώξεις ή φλεγμονές (μύκητες, φυματίωση, απόστημα πνεύμονα, εστιακή πνευμονία), μη λοιμώδη αίτια (ρευματοειδής αρθρίτιδα, κοκκιωμάτωση Wegener, σαρκοΐδωση) ή σε άλλα είδη σχηματισμών καλοηθών όγκων του πνεύμονα (αμαρτώματα, βρογχικά αδενώματα, χονδρώματα, λιπώματα, ινώματα).

Υπάρχει θεραπεία;

Τα καλοήθη πνευμονικά οζίδια δεν απαιτούν χειρουργική αφαίρεση και είναι υπό ιατρική παρακολούθηση με επαναλαμβανόμενες ακτινογραφίες θώρακος για όσο χρονικό διάστημα απαιτείται. Ωστόσο υπάρχουν περιπτώσεις, που χρειάζεται να αφαιρεθούν όπως όταν υπάρχουν συμπτώματα πόνου αιμόπτυσης κ.ά., όταν υπάρχει η δυνατότητα μετατροπή σε κακοήθεια και όταν επιπλέκονται συχνά με πνευμονίες.

 

περισσότερα...

Σαρκοείδωση

Η σαρκοείδωση αναφέρεται σε μία αυτοάνοση πολυσυστηματική φλεγμονώδης νόσος του οργανισμού. Η φλεγμονή αυτή προκαλεί το σχηματισμό μικροσκοπικών εξογκωμάτων σε διάφορα σημεία του σώματος, τα οποία ονομάζονται κοκκιώματα. Η σαρκοείδωση μπορεί να επηρεάσει σχεδόν οποιοδήποτε μέρος του σώματος, όμως η πιο συνηθισμένες βλάβες παρουσιάζονται στους πνεύμονες, στoυς αδένες τoυ θώρακα (πνευμονική σαρκοείδωση), στoυς λεμφαδένες, στα μάτια και στo δέρμα.Τα κοκκιώματα που αναπτύσσονται αφορούν ανώμαλες συλλογές διαφόρων φλεγμονωδών κυττάρων, τα οποία σχηματίζουν μικροσκοπικές συστάδες στα όργανα που προσβάλλουν επηρεάζοντας τη φυσιολογική τους λειτουργία.
Ποια είναι αιτία εμφάνισης της σαρκοείδωσης;
Η ακριβής αιτία ακόμη δεν είναι γνωστή. Ωστόσο φαίνεται ότι η γενετική προδιάθεση ενός ατόμου σχετίζεται με την εμφάνιση για σαρκοείδωση έπειτα από την έκθεση σε ένα περιβαλλοντικό, επαγγελματικό ή μολυσματικό παράγοντα. Επίσης, κάποιοι μολυσματικοί παράγοντες φαίνεται να σχετίζονται σημαντικά με τη σαρκοείδωση, χωρίς ωστόσο κάποιος από αυτούς να διαδραματίζει άμεσο ρόλο ως ακριβής αιτία. Οι κυριότεροι εμπλεκόμενοι λοιμώδεις παράγοντες αφορούν μυκοβακτηρίδια, μύκητες, Borrelia, και ρικέτσια. Επίσης σε ορισμένες περιπτώσεις αναφερθεί η μετάδοση της νόσου μέσω της μεταμόσχευσης οργάνων. Τέλος, έχει παρατηρηθεί συσχέτιση με άλλες αυτοάνοσες διαταραχές, χωρίς όμως να είναι ακόμη γνωστός ο ακριβής μηχανισμός της σχέσης αυτής.
Ποια είναι τα συμπτώματα;
Η κλινική εκδήλωση της νόσου σχετίζεται με την έκταση και τη σοβαρότητα του οργάνου που πλήττεται. Υπάρχουν άτομα τα οποία είναι ασυμπτωματικά και η διάγνωση γίνεται τυχαία, έπειτα από κάποια ακτινογραφία θώρακος. Επομένως υπάρχουν άτομα με σαρκοείδωση που μπορεί να μην εκδηλώσουν καθόλου συμπτώματα. Ορισμένοι μπορεί να εκδηλώσουν ένα μόνο σύμπτωμα, ενώ άλλοι πολλά και εξουθενωτικά που απαιτούν ειδική θεραπευτική διαχείριση. Συνήθως το άτομο με σαρκοείδωση υποφέρει από ένα σύνολο συμπτωμάτων που εμφανίζονται σε όλη τη διάρκεια της ημέρας και πολλές φορές είναι απρόβλεπτα. Κάθε σύμπτωμα μπορεί να διαρκέσει για μερικές ημέρες, εβδομάδες ή μήνες, και μερικές φορές είναι μόνιμο.

Τα συμπτώματα που συχνά προκαλούνται από τη νόσο περιλαμβάνουν πυρετό, κούραση, κόπωση και εξάντληση, απώλεια βάρους, νυκτερινή εφίδρωση, έντονο πόνο στις αρθρώσεις, μυϊκή αδυναμία και μια συνολική αίσθηση κακής υγείας σαν να υπάρχουν συμπτώματα γρίπης 24 ώρες την ημέρα. Επίσης αναφέρονται συμπτώματα που μειώνουν την ποιότητα της ζωής όπως είναι η έντονη κόπωση, το αίσθημα γενικής κακουχίας, η αρθραλγία, η μυαλγία και συμπτώματα στα μάτια.

Η σαρκοείδωση στους πνεύμονες και το θώρακα

Όπως αναφέρθηκε πρόκειται για μια πολυσυστηματική νόσο, η οποία μπορεί να επηρεάσει όλα τα όργανα. Η εμφάνιση της σαρκοείδωσης στους πνεύμονες είναι η πιο συχνή μορφή. Τα συμπτώματα που εμφανίζονται στο αναπνευστικό σύστημα περιλαμβάνουν τον ξηρό και επίμονο βήχα, τη δυσκολία στην αναπνοή, το συριγμό, τον πόνο ή το σφίξιμο στο στήθος, τη δυσφορία.

Επίσης οι θωρακικοί λεμφαδένες προσβάλλονται συχνά και η σαρκοείδωση μπορεί να ανιχνευθεί με μια ακτινογραφία θώρακος. Γενικότερα οι λεμφαδένες κατανέμονται σε διάφορα σημεία του σώματος και αποτελούν σημαντικό τμήμα του ανοσολογικού συστήματος. Όταν η σαρκοειδική φλεγμονή προσβάλλει αυτούς τους αδένες, τότε αυτό έχει ως συνέπεια τη διόγκωσή τους. Οι διογκωμένοι λεμφαδένες αν και πρόκειται για μια δυσάρεστη κατάσταση, ωστόσο σπάνια προκαλούν σοβαρά ιατρικά προβλήματα εκτός αν ευρίσκονται πλησίον άλλων οργάνων τα οποία συμπιέζουν (όπως έναν βρόγχο ή ένα αιμοφόρο αγγείο).

Υπάρχει θεραπεία;

Δεν υπάρχει ειδική θεραπεία για τη σαρκοείδωση. Ωστόσο η νόσος μπορεί να αυτοπεριοριστεί και να μπει σε ύφεση από μόνη της με την πάροδο του χρόνου. Επίσης πολλά άτομα με σαρκοείδωση εμφανίζουν ήπια συμπτώματα και δεν χρήζουν άμεσης θεραπευτικής παρέμβασης. Στις περιπτώσεις που η θεραπεία είναι απαραίτητη, τότε το θεραπευτικό πλάνο στοχεύει αφενός στη συντήρηση των καλών πρακτικών για την υγεία και αφετέρου στην κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή. Η απόφαση για την έναρξη της θεραπείας εξαρτάται από την κλινική εικόνα του ατόμου, τη σοβαρότητα της συμπτωματολογίας που παρουσιάζει και το σύστημα οργάνων που εμπλέκονται.

περισσότερα...

Διαταραχές της αναπνοής στον ύπνο

Οι διαταραχές της αναπνοής είναι μια στον ύπνο είναι συχνή διαταραχή, η οποία επηρεάζει αρκετούς ανθρώπους. Πρόκειται για ένα ευρύ όρο, ο οποίος χρησιμοποιείται προκειμένου να περιγράψει ένα φάσμα αναπνευστικών διαταραχών που οδηγούν σε μη φυσιολογική αναπνοή κατά τον ύπνο. Οι διαταραχές της αναπνοής εκδηλώνονται με διαφορετική συμπτωματολογία στον καθένα, όπως με τη μορφή του ροχαλητού έως την αποφρακτική υπνική άπνοια (ή υποάπνοια), η οποία περιλαμβάνει επανειλημμένα επεισόδια μερικής ή ολικής απόφραξης της αναπνευστικής οδού κατά τη διάρκεια του ύπνου.

Ποιες είναι οι διαταραχές αναπνοής στον ύπνο;

Υπάρχουν διάφοροι τύποι διαταραχών της αναπνοής στον ύπνο, αλλά η πιο συνηθισμένη μορφή είναι η υπνική άπνοια, όπου ο όρος άπνοια σημαίνει προσωρινή διακοπή της αναπνοής. Η υπνική άπνοια συνήθως αναφέρεται στο σύνδρομο της αποφρακτικής υπνικής άπνοιας (ΣΑΑΥ), κατά την οποία το άτομο στιγμιαία δεν μπορεί να αναπνεύσει λόγω της προσωρινής απόφραξης του αεραγωγού στο λαιμό (φάρυγγας). Αυτό μπορεί να συμβεί αρκετές φορές κατά τη διάρκεια του ύπνου. Πρόκειται για μια πάθηση, η οποία αν δεν διαγνωστεί και αντιμετωπιστεί έγκαιρα μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες στην ευεξία και τον τρόπο ζωής ενός ανθρώπου. Οι παράγοντες που επιβαρύνουν και επηρεάζουν την εμφάνιση της υπνικής άπνοιας είναι η ηλικία (άτομα άνω των 60 ετών), η παχυσαρκία, το κάπνισμα, το αλκοόλ και η γονιδιακή προδιάθεση.

Το ροχαλητό είναι ένα από τα συμπτώματα της υπνικής άπνοιας, χωρίς απαραίτητα αυτό να σηματοδοτεί πως όλοι όσοι ροχαλίζουν πάσχουν από υπνική άπνοια. Συνήθως, το ροχαλητό είναι το πρωταρχικό σύμπτωμα που θα τους παρακινήσει να απευθυνθούν σε κάποιον ειδικό. Άλλα συμπτώματα που μπορεί να προκαλέσει λόγω της κακής ποιότητας ύπνου και της αναπνευστικής διαταραχής είναι η δυσκολία συγκέντρωσης, οι πρωινές κεφαλαλγίες, η νυκτουρία (συχνή νυχτερινή ούρηση), προβλήματα που αφορούν την ερωτική επιθυμία, η υψηλή αρτηριακή πίεση και η αύξηση βάρους. Αν δεν αντιμετωπιστούν εγκαίρως, τα συμπτώματα αυτά μπορεί δυνητικά να προκαλέσουν σοβαρά προβλήµατα υγείας, όπως υψηλή αρτηριακή πίεση, εγκεφαλικά επεισόδια, καρδιακή ανεπάρκεια, διαβήτη, εγκεφαλική βλάβη και κατάθλιψη.

Τα άτομα που παρουσιάζουν υπνική άπνοια συχνά δεν αντιλαμβάνονται το πρόβλημα ή απλώς να συνειδητοποιούν ότι ροχαλίζουν ή ότι παίρνουν σπασμωδικές εισπνοές και πως νιώθουν υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας. Σε αυτό παίζει σημαντικό ρόλο η παρατήρηση και διαπίστωση της διαταραχής από άτομα του περιβάλλοντος.

Υπάρχει θεραπεία;

Μια λεπτομερής καταγραφή του ύπνου, η αξιολόγηση των συμπτωμάτων και η κλινική εξέταση από τον ειδικό αρκούν για να τεθεί η διάγνωση. Στη συνέχεια μπορεί να συσταθεί η κατάλληλη θεραπευτική αντιμετώπιση. Η θεραπεία που θεωρείται αποτελεσματική για την υπνική άπνοια είναι η συνεχής θετική πίεση των αεραγωγών (CPAP), η οποία είναι απλή και εξαιρετικά χαμηλή σε κόστος. Αυτό επιτυγχάνεται μέσω ειδικού μηχανήματος, το οποίο παράγει ροή αέρα μέσω μάσκας πάνω στη μύτη (ή στη μύτη και στο στόμα) σε πίεση η οποία ρυθμίζεται ώστε να κρατήσει το λαιμό ανοικτό κατά τη διάρκεια της νύχτας.  Για να υπάρχει συνεχές όφελος, θα πρέπει να χρησιμοποιείται κάθε νύχτα. Άλλες λύσεις περιλαμβάνουν τη συσκευή που φοριέται μέσα στο στόμα προκειμένου να φέρει την κάτω γνάθο προς τα εμπρός ή σε άλλες περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί χειρουργική επέμβαση για αφαίρεση των αμυγδαλών.

περισσότερα...

Αλλεργίες

Αλλεργία ονομάζεται η υπερβολική αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος ως απάντηση στην επαφή του οργανισμού με ορισμένες ξένες ουσίες. Είναι στην ουσία μια αντίδραση απέναντι σε ένα, κατά τα άλλα, αθώο αντιγόνο (δηλαδή μια πρωτεΐνη) που ονομάζεται αλλεργιογόνο. Για να αναπτυχθεί μια αλλεργία στον οργανισμό θα πρέπει να έχει προηγηθεί ευαισθητοποίηση σε ένα αλλεργιογόνο. Ο όρος ευαισθητοποίηση αναφέρεται στη διαδικασία κατά την οποία η άμυνα του οργανισμού καθώς έρχεται σε επαφή με ένα αλλεργιογόνο, αντί να το αγνοήσει όπως θα ήταν το σωστό, δίνει σήμα στα ειδικά κύτταρα να παράγουν αντισώματα προκειμένου να καταπολεμήσουν το συγκεκριμένο αλλεργιογόνο. Η ευαισθητοποίηση μπορεί να συμβεί σε οποιαδήποτε χρονική περίοδο της ζωής μας, από την πρώτη φορά που θα έρθει σε επαφή με το αλλεργιογόνο κατά την παιδική ηλικία μέχρι την πολλοστή φορά στην ενήλικη ζωή.

Ποιοι είναι οι παράγοντες εμφάνισης της αλλεργίας;

Οι παράγοντες που συμβάλλουν στην ανάπτυξη και εμφάνιση της αλλεργίας είναι πολλοί. Ένας σημαντικός παράγοντας οφείλεται στην κληρονομικότητα. Συγκεκριμένα οι πιθανότητες εμφάνισης μιας αλλεργίας αυξάνονται, αν ένας από τους δύο ή και οι δύο γονείς του είναι αλλεργικοί συγκριτικά με κάποιον που οι γονείς του δεν είναι. Βέβαια, αυτό δεν είναι απόλυτος κανόνας καθώς μπορεί και να μην εκδηλώσει ποτέ συμπτώματα ή μπορεί να εκδηλώσει διαφορετικού είδους αλλεργία. Ένας άλλος παράγοντας είναι το περιβάλλον. Ορισμένοι που έχουν γενετική την προδιάθεση να εμφανίσουν αλλεργία, χρειάζεται να εκτεθούν σε κάποιο αλλεργιογόνο προκειμένου να την αναπτύξουν. Επομένως όσο πιο έντονη και επαναλαμβανόμενη είναι η έκθεση σε κάποιο αλλεργιογόνο στο περιβάλλον του ατόμου και όσο νωρίτερα συμβαίνει αυτό στη ζωή του, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες να αναπτύξει την αλλεργία. Άλλοι παράγοντες που δρουν ενισχυτικά στις αλλεργίες είναι το κάπνισμα, η ρύπανση, μόλυνση και ορμόνες.

Ποια μορφή έχουν οι αλλεργίες;

Οι πιο συνηθισμένες μορφές αλλεργίας που μπορεί να οδηγήσουν κάποιον να επισκεφθεί τον πνευμονολόγο είναι:

  • Η αλλεργική ρινίτιδα: οφείλεται σε ερεθισμό και φλεγμονή του ρινικού βλεννογόνου, ενώ μπορεί να προσβληθούν παρακείμενες περιοχές όπως τα ιγμόρεια ή ο φάρυγγας. τα συμπτώματα που θα εμφανίσει το άτομο είναι η καταρροή, η ρινική συμφόρηση, το φτέρνισμα, ο κνησμός στην περιοχή της μύτης ή των αυτιών και η αίσθηση ξένου σώματος στο φάρυγγα (ξηρός βήχας).
  • Το άσθμα: οφείλεται από τη φλεγμονή των αεραγωγών του πνεύμονα (βρόγχων), η οποία προκαλεί στένωση των αεραγωγών περιορίζοντας τη ροή του αέρα μέσα και έξω από τους πνεύμονες (βρογχοστένωση). Πολλές φορές το άσθμα συνδέεται με αλλεργίες. Τα συμπτώματα που θα εμφανίσει το άτομο είναι η δύσπνοια, ο συριγμός, ο βήχας και η στηθάγχη (σφίξιμο στο στήθος).

Ποια είναι η θεραπεία και η αντιμετώπιση της αλλεργίας;

Λόγω της πολυπλοκότητας με την οποία εκδηλώνονται οι αλλεργίες και λόγω του ότι τα αλλεργιογόνα μπορεί να βρίσκονται παντού στο περιβάλλον, η θεραπεία και η αντιμετώπιση των αλλεργιών δεν είναι εύκολη υπόθεση. Συνήθως η θεραπεία διακρίνεται σε τρία επίπεδα: την αποφυγή της επαφής με το αλλεργιογόνο, την ανακουφιστική και αντιφλεγμονώδη θεραπεία και την ανοσοποίηση (απευαισθητοποίηση). Η αποφυγή του αλλεργιογόνου προφανώς είναι η καλύτερη μέθοδος προστασίας, αλλά ωστόσο είναι δύσκολο να επιτευχθεί έως και αδύνατη, όταν πρόκειται για κάτι που υπάρχει στο περιβάλλον. Οι φαρμακευτικές ουσίες που συστήνονται μπορούν να προσφέρουν εξαιρετική ανακούφιση από τα συμπτώματα της αλλεργίας και του άσθματος χωρίς να έχουν ιδιαίτερες παρενέργειες. Συνήθως αυτές περιλαμβάνουν τα αντιϊσταμινικά, τα συμπαθητικομιμητικά και τα αποσυμφορητικά, τα βρογχοδιασταλτικά, όπως οι β2-διεγέρτες, τα αντιχολινεργικά, τους αναστολείς της φωσφοδιεστεράσης, τη χρωμογλυκίνη, τα αντιλευκοτριενικά  και τα κορτικοειδή.

 

περισσότερα...

Άσθμα

Το άσθμα είναι μια μακροχρόνια πάθηση που χαρακτηρίζεται από φλεγμονή των αεραγωγών. Μόλις ένα άτομο με άσθμα εισπνεύσει κάποιον ερεθιστικό παράγοντα από το περιβάλλον, αυτομάτως προκαλείται μια υπερβολική απάντηση των βρόγχων με σύσπαση των λείων μυικών ινών των αεραγωγών (βρογχόσπασμο), η οποία οδηγεί σε στένωση του αυλού τους. Το άσθμα διακρίνεται στις εξής περιπτώσεις: i) παιδικό άσθμα, το οποίο συνεχίζεται και στην ενήλικη ζωή, ii) άσθμα, το οποίο επανεμφανίστηκε έπειτα από σχετική πάθηση στην παιδική ηλικία και κατόπιν εξαλείφθηκε και iii) άσθμα, το οποίο εμφανίστηκε μόνο κατά την ενήλικη ζωή. Το άσθμα στους ενήλικες συνήθως πλήττει το γυναικείο φύλο και συνδέεται συχνά με αλλεργίες και συνοδεύεται από άλλες αλλεργικές ασθένειες, όπως η αλλεργική ρινίτιδα.

Ποια είναι τα συμπτώματα του άσθματος;

Οι ενήλικες με άσθμα μπορεί να εμφανίσουν ένα ευρύ φάσμα συμπτωμάτων, με διαφορετικά επίπεδα σοβαρότητας. Τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα περιλαμβάνουν το συριγμό, το βήχα, τη στηθάγχη, τη δύσπνοια και εύκολη κόπωση. Υπάρχουν περιπτώσεις, όπου τα συμπτώματα μπορεί να επιδεινωθούν με την πάροδο ωρών ή λεπτών, και να οδηγήσουν σε μια σοβαρή στένωση των αεραγωγών, η οποία είναι γνωστή ως κρίση άσθματος. Σε μια τέτοια περίπτωση συνήθως χρειάζεται πρόσθετη φαρμακευτική αγωγή, ή σε πιο σοβαρές περιπτώσεις ακόμη και νοσηλεία. Τα συμπτώματα μπορεί να επιδεινωθούν συνήθως από πνευμονικές λοιμώξεις, οι οποίες είναι συχνές κατά την περίοδο του χειμώνα και μετά την περίοδο των θερινών διακοπών.

Στους ενήλικες που το άσθμα τους συνδέεται και με αλλεργίες, τα συμπτώματα εμφανίζονται έπειτα από έκθεση σε αλλεργιογόνα, όπως η οικιακή σκόνη, τα κατοικίδια ζώα, ή διάφορα υλικά στο χώρο εργασίας.

Γενικά τα συμπτώματα μπορούν να ρυθμιστούν με την κατάλληλη θεραπεία ή σε άλλες περιπτώσεις μπορεί να υποχωρήσουν αυτόματα. Η αποφυγή του ερεθιστικού παράγοντα που προκάλεσε τα συμπτώματα πολλές φορές είναι αρκετό προκειμένου να υπάρξει βελτίωση της κατάστασης.

Υπάρχει θεραπεία;

Για τη διάγνωση του άσθματος δεν υπάρχει μέχρι στιγμής ευρέως χρησιμοποιούμενη εξέταση. Ωστόσο είναι σημαντικό να αξιολογηθεί και να τεθεί η διάγνωση καθώς μπορεί να υπάρξει σύγχυση με άλλες παθήσεις, όπως η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) λόγω κοινών συμπτωμάτων.

Ουσιαστικά κύριος στόχος της θεραπείας είναι η διαχείριση της άσθματος με τη διατήρηση του ελέγχου των συμπτωμάτων, καθώς και με την πρόληψη ώστε να αποφευχθεί η επιδείνωση των συμπτωμάτων και των κρίσεων άσθματος. Αυτό συμβαίνει καθώς δεν υπάρχει συγκεκριμένη θεραπεία για τους περισσότερους τύπους άσθματος ενηλίκων. Η διαχείριση του άσθματος σχετίζεται με την αποφυγή του παθητικού ή ενεργητικού καπνίσματος, τον εντοπισμό τυχόν παραγόντων που προκαλούν ή επιδεινώνουν τα συμπτώματα, την αποφυγή έκθεσης σε αερομεταφερόμενα αλλεργιογόνα και την αποφυγή έκθεσης σε υψηλά επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης

Η φαρμακευτική αγωγή που συνήθως συνίσταται από τον ειδικό αφορά α) τη ρυθμιστική αγωγή, η οποία αφορά τα εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή και β) την αναλγητική αγωγή, η οποία στοχεύει στην ανακούφιση των συμπτωμάτων και χρησιμοποιούνται κυρίως σε περιπτώσεις κρίσης άσθματος ή επιδείνωσης των συμπτωμάτων (εισπνεόμενα βρογχοδιασταλτικά, βραχείας δράσης β-αγωνιστές) και γ) η φαρμακευτική αγωγή αντιμετώπισης των κρίσεων που σχετίζονται κυρίως με κορτιζόνη σε χάπια ή ενέσιμης μορφής. Γενικά, η θεραπεία που θα ακολουθηθεί ποικίλλει από άτομο σε άτομο λόγω της διαφορετικότητας των ανθρώπων αλλά και των εκάστοτε συμπτωμάτων.

 

 

περισσότερα...

Χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ)

Ως Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) περιγράφεται μια ομάδα αναπνευστικών παθήσεων, όπως είναι η χρόνια βρογχίτιδα και το πνευμονικό εμφύσημα. Κοινό χαρακτηριστικό των παθήσεων αυτών είναι η απόφραξη των αεραγωγών του αναπνευστικού συστήματος, με αποτέλεσμα να προκαλείται το σύμπτωμα της δύσπνοιας δυσχαιρένοντας την καθημερινότητα και την ποιότητα ζωής των πασχόντων. Η απόφραξη των αεραγωγών χαρακτηρίζεται ως εμμένουσα και επιδεινώνεται προοδευτικά, καθώς εξελίσσεται η φλεγμονή στους αεραγωγούς και τους πνεύμονες από τα βλαβερά σωματίδια ή αέρια. Η βασική αιτία της χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας είναι το κάπνισμα, ενώ λιγότερο συχνές αιτίες είναι η εισπνοή τοξικών ουσιών ή αερίων (παθητικό κάπνισμα, ατμοσφαιρική ρύπανση, έκθεση σε ρυπογόνο επαγγελματικό περιβάλλον) και σπανιότερα η γενετική προδιάθεση.

Ποια είναι τα συμπτώματα της ΧΑΠ;

Συνήθως όσοι πάσχουν από ΧΑΠ ανήκουν στους καπνιστές. Τα συμπτώματα που εμφανίζονται είναι ο βήχας με απόχρεμψη (γνωστός ως «τσιγαρόβηχας»), ο συριγμός, η δύσπνοια σε στιγμές άσκησης και σταδιακή ύφεση κατά την ηρεμία και το αίσθημα σύσφιγξης στο θώρακα. Τα άτομα με ΧΑΠ προσβάλλονται συχνά από λοιμώξεις του αναπνευστικού και μπορεί να εμφανίσουν και άλλα συνοδά νοσήματα όπως στεφανιαία νόσο, αρρυθμίες, υπέρταση, καρδιακή ανεπάρκεια, καρκίνο του πνεύμονα, σύνδρομο άπνοιας στον ύπνο, πνευμονική υπέρταση, οστεοπόρωση, αναιμία, σακχαρώδη διαβήτη και κατάθλιψη.

Η επιδείνωση των συμπτωμάτων και της κλινικής κατάστασης του ατόμου ονομάζεται παρόξυνση, η οποία χρήζει τροποποίηση της θεραπευτικής αγωγής και σε ορισμένες σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί άμεση νοσηλεία.

Πως γίνεται η διάγνωση για την ΧΑΠ και ποια η θεραπεία της;

Η έγκαιρη και έγκυρη διάγνωση είναι απαραίτητη στην χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια. Οι μισοί από αυτούς που πάσχουν δεν γνωρίζουν την ύπαρξη της νόσου, καθώς η ΧΑΠ χαρακτηρίζεται ως μια «σιωπηλή» νόσος, και πολλοί από αυτούς συνεχίζουν να καπνίζουν επιβαρύνοντας και επιδεινώνοντας την κατάστασή τους. Ο πνευμονολόγος φροντίζει για το ολοκληρωμένο και πλήρες ιατρικό ιστορικό του ατόμου, αξιολογεί τη φυσική του κατάσταση και την κλινική εικόνα και παραπέμπει σε κλινικο­εργαστηριακές εξετάσεις (ακτινογραφία θώρακος, οξυμετρία, σπιρομέτρηση κ.ά.). Η μέθοδος της σπιρομέτρησης είναι ιδιαιτέρως σημαντική στη διάγνωση και στην κλινική παρακολούθηση της πορείας του ατόμου. Πρόκειται για μια ανώδυνη, ευαίσθητη και ασφαλή μέτρηση, κατά την οποία το άτομο καλείται να φυσήξει σε ένα σωλήνα που συνδέεται με το σπιρόμετρο, προκειμένου να μετρηθεί ο όγκος και η ροή του αέρα από τους πνεύμονές του.

Για τη θεραπεία και αντιμετώπιση της ΧΑΠ χρειάζεται τα άτομα που ανήκουν στους καπνιστές να διακόψουν άμεσα τη βλαβερή συνήθεια, κάτι το οποίο είναι εξίσου σημαντικό με τη φαρμακευτική θεραπεία. Η διακοπή του καπνίσματος συμβάλλει στην αναχαίτιση εξέλιξης της νόσου και η φαρμακευτική αγωγή έχει καλύτερη αποτελεσματικότητα. Επίσης, στο πλαίσιο της πρόληψης ή της αντιμετώπισης συνίστανται οι εμβολιασμοί για τη γρίπη (κάθε φθινόπωρο) και τον πνευμονιόκοκκο (κάθε πέντε χρόνια, δύο φορές συνολικά), προκειμένου να αποφευχθεί περαιτέρω λοίμωξη και επιβάρυνση του αναπνευστικού συστήματος.

Η φαρμακευτική αντιμετώπιση συνήθως περιλαμβάνει τη χρήση εισπνεόμενων βρογχοδιασταλτικών, εισπνεόμενων στεροειδών (σε προχωρημένα στάδια ή σε παροξύνσεις) και βρογχοδιασταλτικών και αντιφλεγμονώδων ουσιών. Σε κάποιες περιπτώσεις -κυρίως σε προχωρημένα στάδια- μπορεί να χορηγηθεί οξυγόνο και να συσταθεί πνευμονική αποκατάσταση. Σε πολύ σοβαρές περιπτώσεις ενδέχεται να γίνει τοποθέτηση βαλβίδων εμφυσήματος στους βρόγχους ή χειρουργική αφαίρεση των κατεστραμμένων περιοχών των πνευμόνων.

 

περισσότερα...

Λοιμώξεις του αναπνευστικού

Οι λοιμώξεις του αναπνευστικού αποτελούν την πιο συνηθισμένη κατηγορία νοσημάτων που ταλαιπωρούν ή κάποιες φορές απειλούν την υγεία πολλών ανθρώπων ετησίως. Πρόκειται για ένα ευρύ φάσμα νοσημάτων, που κυμαίνεται από ένα απλό κρυολόγημα μέχρι και την εμφάνιση μιας σοβαρής πνευμονίας και γι’ αυτό το λόγο χρήζουν διαφορετική προσέγγιση στην αντιμετώπισή τους. Τα τελευταία χρόνια, παρά την αλματώδη εξέλιξη της ιατρικής επιστήμης στην αντιμετώπιση και θεραπεία των λοιμωδών νοσημάτων, παρατηρείται η εμφάνιση νέων παθογόνων παραγόντων και μεταλλάξεων των ιών λόγω της ανθεκτικότητας και της μετάλλαξης των μικροβίων στα εκάστοτε αντιβιοτικά.

Ποιες είναι οι λοιμώξεις του αναπνευστικού;

Υπεύθυνη για την εμφάνιση των λοιμώξεων του αναπνευστικού είναι η εισβολή κάποιου μικροοργανισμού στο αναπνευστικό σύστημα και αυτό έχει ως συνέπεια να διαταραχθεί η ισορροπία μεταξύ του αμυντικού συστήματος και του μικροβιακού πληθυσμού. Διακρίνονται σε δύο κατηγορίες, οι οποίες αφορούν τις λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού και τις λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού. Επίσης, υπάρχουν οι εποχικές λοιμώξεις -ιδιαίτερα κατά τους φθινοπωρινούς και χειμερινούς μήνες- οι οποίες στις περισσότερες περιπτώσεις είναι ιογενείς (ιώσεις), όπως οι ιοί της γρίπης τύπου Α (H1N1, H3N2, Η5Ν1), B και C, οι ρινοιοί (κοινό κρυολόγημα), ο αναπνευστικός συγκυτιακός ιός (σοβαρή νόσος στα παιδιά και τους ηλικιωμένους), οι αδενοιοί και οι ιοί της παραινφλουέντζας (γριπώδης συνδρομή).

Οι λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού σχετίζονται με το φάρυγγα, το λάρυγγα, τις αμυγδαλές και την τραχεία. Αντίστοιχα ονομάζονται και οι παθήσεις που προκαλούνται, όπως η φαρυγγίτιδα, λαρυγγίτιδα, αμυγδαλίτιδα και τραχειοβρογχίτιδα. Άλλες συχνές λοιμώξεις είναι η γρίπη, η ιγμορίτιδα και η ωτίτιδα. Τέλος, ως λοίμωξη του ανώτερου αναπνευστικού αναφέρεται και η λοιμώδη μονοπυρήνωση. Οι λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού συνήθως οφείλονται σε ιογενή αιτιολογία.

Οι λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού σχετίζονται με τους πνεύμονες και υπάρχει σημαντική σοβαρότητα των νοσημάτων που προκύπτουν. Συνήθως πρόκειται για μικροβιακές λοιμώξεις και όχι ιογενείς. Ορισμένες από τις λοιμώξεις αφορούν την πνευμονία, τη βρογχίτιδα, διάφορα εμφυσήματα, την χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια και το βρογχικό άσθμα. Σε κάποιες σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί ακόμη και νοσοκομειακή νοσηλεία του ατόμου.

Ποια είναι τα συμπτώματα που θα εμφανίσει ο ασθενής;

Στις λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού ως πρωταρχικό σύμπτωμα εμφανίζεται ο βήχας. Ωστόσο, το άτομο μπορεί να εμφανίσει και συνοδά συμπτώματα όπως ρινική συμφόρηση και καταρροή,  πυρετό,  πονοκέφαλο, πόνους στους μύες και στα κόκκαλα (αρθραλγίες). Συνήθως υπάρχει μια κορύφωση των συμπτωμάτων ύστερα από δύο με τρεις ημέρες και στη συνέχεια σταδιακά υποχωρούν. Σε γενικές γραμμές η συμπτωματολογία και η κλινική εικόνα του πάσχοντα είναι ήπια, με προοδευτική και σταδιακή επιδείνωση. Αντιθέτως στις λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού, το άτομο αδυνατεί να ανταποκριθεί στην καθημερινότητά του καθώς τα συμπτώματα είναι αρκετά έντονα και σε ορισμένες περιπτώσεις υπάρχει απότομη επιδείνωση. Συνοδά συμπτώματα στις μικροβιακές λοιμώξεις πέρα των ανωτέρω είναι η απώλεια όρεξης, διάθεσης και ενέργειας.

Ποια είναι η θεραπεία και αντιμετώπιση των λοιμώξεων;

Για να τεθεί η κατάλληλη θεραπεία, είναι απαραίτητο να έχει προηγηθεί η κλινική εκτίμηση του ατόμου από τον ειδικό προκειμένου να γίνει σωστή διάγνωση. Απώτερος σκοπός της θεραπείας είναι η ανακούφιση του ατόμου από τα συμπτώματα. Παράλληλα χρειάζεται ανάπαυση και να μην υπάρχει καταπόνηση του οργανισμού όσο διαρκεί η λοίμωξη. Ιδιαίτερα στις λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού ο οργανισμός ανακάμπτει από μόνος του έπειτα από μερικές ημέρες.

Συνήθως η θεραπεία και η αντιμετώπιση που μπορεί να συστήσει ο ειδικός αφορά τη χορήγηση αντιπυρετικών, την κατανάλωση υγρών, η διακοπή του καπνίσματος στους καπνιστές και η ξεκούραση. Σε ορισμένες περιπτώσεις -και όπου το κρίνει απαραίτητο ο ειδικός- χρειάζεται η χορήγηση αντιβιωτικών και αντιικών φαρμάκων.

Υπάρχει πρόληψη;

Σε όποιο τομέα της υγείας υπάρχει η δυνατότητα της πρόληψης είναι σημαντικό να υπάρχει ενημέρωση και να λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα. Όσον αφορά τις λοιμώξεις του αναπνευστικού η πρόληψη διαχωρίζεται σε δύο τομείς. Ο πρώτος σχετίζεται με τον εμβολιασμό για τους ιούς και τα βακτήρια και ο δεύτερος στην εφαρμογή και την τήρηση των κανόνων υγιεινής που θα προστατεύσουν το αναπνευστικό σύστημα από την πρόσληψη του ιού.

περισσότερα...

Εφαρμογές μη επεμβατικού μηχανικού αερισμού

Ο μηχανικός αερισμός αναφέρεται στις περιπτώσεις κατά τις οποίες χρησιμοποιείται κάποια μηχανική συσκευή προς ενίσχυση ή ολική αντικατάσταση του αερισμού του ασθενούς. Ουσιαστικά χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση της αναπνευστικής ανεπάρκειας, η οποία μπορεί να προκύψει από διάφορες παράγοντες. Βάσει της κλινικής κατάστασης του εξεταζόμενου και των τιμών που προκύπτουν από τη μέτρηση των αερίων του αίματος, ο πνευμονολόγος θα συστήσει αν κρίνεται απαραίτητη η εφαρμογή μη επεμβατικού μηχανικού αερισμού.

Ο μηχανικός αερισμός στοχεύει στη βελτίωση της ανταλλαγής των αερίων (αναστροφή της υποξαιμίας, αποτροπή της οξείας αναπνευστικής οξέωσης), στην αποτροπή της αναπνευστικής δυσπραγίας (μείωση της κατανάλωσης οξυγόνου από τους αναπνευστικούς μυς, αναστροφή της κόπωσης των αναπνευστικών μυών) και στη βελτίωση της σχέσης αερισμού-αιμάτωσης. Γενικά ο μη επεμβατικός μηχανικός αερισμός βοηθάει το άτομο για πλήρη αναπνοή και συντελεί στη διατήρηση επαρκούς παροχής οξυγόνου στο σώμα. Η εφαρμογή της μεθόδου αυτής μπορεί να πραγματοποιηθεί και στο σπίτι και στο νοσοκομείο.

 

 

περισσότερα...