Επαγγελματικά νοσήματα

Υπάρχουν κάποιες πνευμονικές ασθένειες, οι οποίες σχετίζονται με τον χώρο εργασίας. Ουσιαστικά αποτελούν παθήσεις, οι οποίες έχουν προκληθεί ή επιδεινωθεί από τα υλικά στα οποία εκτίθεται ένα άτομο στο χώρο εργασίας του.
Τα επαγγελματικά νοσήματα μπορούν να εκδηλωθούν άμεσα μόλις το άτομο επισκεφθεί τη δουλειά του (ονομαζόμενο ως «πυρετός της Δευτέρας») ή μπορεί να εκδηλωθούν σε άτομα που πλέον δεν εργάζονται λόγω συνταξιοδότησης ή απομάκρυνσης από το συγκεκριμένο χώρο, ωστόσο η ασθένειά τους οφείλεται στην προηγούμενη επαγγελματική τους απασχόληση.

Οι ουσίες στις οποίες μπορεί να εκτεθεί κάποιος στο εργασιακό περιβάλλον και να είναι επιβλαβείς είναι οι οργανικές, οι οποίες περιέχονται στα άλευρα, το βαμβάκι, το σιτάρι, τα περιττώματα ζώων και πουλιών ή οι ανόργανες όπως τα ορυκτά μέταλλα (αμίαντος), τα βαρέα μέταλλα (κοβάλτιο), οι συνθετικές χημικές ουσίες, οι βαφές κ.ά.

Τα επαγγελματικά νοσήματα που μπορεί να εμφανίσει κάποιος σχετίζονται με το άσθμα, τη χρόνια βρογχίτιδα, τη χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια, τα εγκαύματα από εισπνοή ερεθιστικών ουσιών, τις διάμεσες πνευμονοπάθειες – πνευμονοκονιώσεις, τη φυματίωση, τη νόσο των  λεγεωνάριων, τιςκακοήθειες του πνεύμονα και το μεσοθηλίωμα (κακοήθεια υπεζωκότα).

Για την πρόληψη από τα επαγγελματικά νοσήματα και για ένα ποιοτικότερο εργασιακό περιβάλλον είναι σημαντικό να αλλάξει η κατάσταση της έκθεσης στην αιτία. Πλέον υπάρχουν διάφορα νομικά πλαίσια στην Ευρώπη προκειμένου να βοηθήσουν στην προστασία των εργαζομένων από επιβλαβείς επιδράσεις του περιβάλλοντος εργασίας. Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θέσει πρότυπα έκθεσης για να καθορίσει το επίπεδο ασφάλειας των ρύπων σύμφωνα με το οποίο δεν αναμένονται σημαντικοί κίνδυνοι για την υγεία.

 

περισσότερα...

Νευρομυϊκά νοσήματα

Οι νευρομυϊκές παθήσεις αναφέρονται σε μια μεγάλη ετερογενή ομάδα νοσημάτων που προσβάλλουν το μυϊκό και νευρικό σύστημα. Συνήθως τα αίτια εμφάνισής τους σχετίζονται με γενετικό, μεταβολικό ή φλεγμονώδες υπόβαθρο. Στην ιατρική βιβλιογραφία καταγράφονται πάνω από 100 διαφορετικές μορφές. Μερικές από αυτές είναι η νόσος του Parkinson, η σκλήρυνση κατά πλάκας, οι πολυνευροπάθειες, οι μυασθένεις (πχ. τύπου Gravis), η νόσος του κινητικού νευρώνα κ.ά.

Τα συμπτώματα που εμφανίζουν τα νευρομυϊκά νοσήματα ποικίλλουν ανάλογα με τη διάγνωση και το βαθμό σοβαρότητας έχοντας μια προοδευτική επιδείνωση. Στις περισσότερες των περιπτώσεων αν και μπορεί να παρουσιάζονται διαφορετικά νοσολογικά συμπτώματα, ωστόσο έχουν σε μεγάλο βαθμό την ίδια κατάληξη. Στα νευρομυϊκά νοσήματα επηρεάζεται και το αναπνευστικό σύστημα. Αυτό έχει ως συνέπεια να εμφανίζεται αδυναμία των μυών της αναπνοής, με αποτέλεσμα να διαταράσσεται ή να μεταβάλλεται ο έλεγχος της αναπνοής, να προκαλείται αναπνευστική δυσχέρεια και γενικότερα να υπάρχει περιορισμός της πνευμονικής λειτουργίας.

 

περισσότερα...

Πνευμονική υπέρταση

Με τον ιατρικό όρο Πνευμονική Υπέρταση χαρακτηρίζεται η αυξημένη πίεση στα αιμοφόρα αγγεία που προσλαμβάνουν το οξυγόνο από τους πνεύμονες. Η αύξηση της αρτηριακής πίεσης καταπονεί την καρδιά, και τελικώς προκαλεί διακοπή της λειτουργίας στη δεξιά της πλευρά. Η Πνευμονική Αρτηριακή Υπέρταση (ΠΑΥ) διακρίνεται σε διάφορες μορφές, διαφορετικής αιτιολογίας αλλά ωστόσο με ίδια συμπτώματα, ιστοπαθολογικά ευρήματα και σε ορισμένες περιπτώσεις με όμοια ανταπόκριση στη θεραπεία. Πρόκειται για μια σπάνια, προοδευτική και αρκετά σοβαρή νόσο. Δυστυχώς μέχρι και σήμερα δεν έχει βρεθεί θεραπεία, ωστόσο υπάρχουν αρκετές θεραπευτικές αγωγές, οι οποίες στοχεύουν να ωφελήσουν τα άτομα με την πάθηση αυτή και να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής τους.

Υπάρχουν διάφοροι τύποι και αιτίες που προκαλούν την πνευμονική υπέρταση. Μεταξύ αυτών είναι i) η ιδιοπαθής πνευμονική υπέρταση για την οποία δεν υπάρχει κάποια αναγνωρίσιμη αιτία και η οποία ευθύνεται για το 40% περίπου των περιπτώσεων, ii) η οικογενής ή κληρονομική μορφή η οποία ευθύνεται για το 6% των περιπτώσεων και προκαλείται από πρόβλημα σε γονίδιο που είναι κληρονομικό και iii) οι περιπτώσεις που σχετίζονται με νοσήματα.

Ποια είναι τα συμπτώματα της πνευμονικής υπέρτασης;

Υπάρχει δυσκολία στην αναγνώριση και διάγνωση της πνευμονικής αρτηριακής υπέρτασης ειδικά σε πρώιμο στάδιο, καθώς τα συμπτώματά της είναι παρόμοια με άλλα καρδιακά και πνευμονικά νοσήματα. Ένα πρώτο και βασικό σύμπτωμα είναι η δύσπνοια, ειδικά κατά την άσκηση. Άλλα συμπτώματα που ενδεχομένως να προκύψουν με την επιδείνωση της νόσου είναι: οίδημα (πρήξιμο) στους αστραγάλους ή στα πόδια, εύκολη κόπωση, ζάλη, λιποθυμικό επεισόδιο, ταχύς ή ακανόνιστος παλμός, βήχας, στηθάγχη.

Υπάρχει θεραπεία;

Αν και η πνευμονική υπέρταση είναι μια προοδευτικά επιδεινούμενη νόσος, τα τελευταία χρόνια υπήρξε σημαντική βελτίωση στην αποτελεσματικότητα της θεραπευτικής αγωγής. Στόχος των περισσότερων φαρμακευτικών αγωγών είναι η διακοπή ή η μείωση των διαδικασιών που αποφράσσουν τις πνευμονικές αρτηρίες και προκαλούν αύξηση της πίεσης. Συνήθως η αγωγή σχετίζεται με αντιπηκτικά, αναστολείς διαύλων ασβεστίου, προστακυκλίνη, ανταγωνιστές υποδοχέων ενδοθηλίνης και αναστολείς φωσφοδιεστεράσης 5. Κάθε περίπτωση είναι μοναδική και κάθε οργανισμός λειτουργεί και αντιδρά με διαφορετικό τρόπο. Επομένως το θεραπευτικό πρωτόκολλο που θα ακολουθήσει ο ειδικός βασίζεται σε μια εξατομικευμένη προσέγγιση. Απώτερος σκοπός είναι η καλή πρόγνωση της νόσου και η βελτίωση της ποιότητας ζωής του ατόμου. Σε σπάνιες περιπτώσεις που η φαρμακευτική αγωγή μπορεί να μην έχει αποτέλεσμα, μπορεί να χρειαστεί μεταμόσχευση πνεύμονα.

περισσότερα...

Πνευμονικές αγγειακές παθήσεις

Στις πνευμονικές αγγειακές παθήσεις διακρίνονται δύο τύποι: η πνευμονική εμβολή και η πνευμονική υπέρταση. Ως πνευμονική εμβολή ορίζεται η κατάσταση που προκύπτει λόγω θρόμβων αίματος, οι οποίοι εμποδίζουν τμήματα των αρτηριών στους πνεύμονες και συχνά έπειτα από θρόμβωση στις φλέβες του ποδιού ή σε άλλο σημείο του σώματος. Ως πνευμονική υπέρταση ορίζεται η κατάσταση που προκαλείται λόγω της υψηλής αρτηριακής πίεσης στις πνευμονικές αρτηρίες, οι οποίες μεταφέρουν το αίμα από την καρδιά στους πνεύμονες. Η πνευμονική υπέρταση μπορεί να προκαλέσει βλάβη στο δεξιό μέρος της καρδιάς καθιστώντας το ανίκανο να κυκλοφορεί αποτελεσματικά το αίμα σε όλο το σώμα. Επίσης μπορεί να οδηγήσει σε καρδιακή ανεπάρκεια, η οποία να αποβεί μοιραία για τη ζωή του ατόμου. Λόγω των διαφορετικών μορφών πνευμονικής υπέρτασης, έχει γίνει από τους ειδικούς ταξινόμηση σε πέντε κύριες ομάδες προκειμένου καθεμία να αντιμετωπίζεται διαφορετικά. Επομένως υπάρχει η πνευμονική αρτηριακή υπέρταση που οφείλεται σε διάφορες αιτίες, η πννευμονική υπέρταση λόγω αριστερής καρδιακής ανεπάρκειας, η πνευμονική υπέρταση λόγω πνευμονικών παθήσεων ή έλλειψης οξυγόνου (υποξία), η χρόνια θρομβοεμβολική πνευμονική υπέρταση και η πνευμονική υπέρταση με ασαφή αιτία ή διάφορα συμπτώματα πρόκλησης.

Ποια είναι τα συμπτώματα της πνευμονικής εμβολής και της πνευμονικής υπέρτασης;

Τα άτομα με πνευμονική εμβολή μπορεί να εμφανίσουν οποιοδήποτε σύμπτωμα από τα ακόλουθα: δύσπνοια, στηθάγχη, βήχα, βήχα με παρουσία αίματος, πυρετό, ταχυκαρδία, ταχύπνοια, λιποθυμική τάση. Ωστόσο υπάρχουν περιπτώσεις ατόμων με πνευμονική εμβολή που ενδέχεται να μην εμφανίσουν κάποιο σύμπτωμα. Γενικά η πνευμονική εμβολή είναι δύσκολη στη διάγνωσή της και οι ειδικοί βασίζονται στον εντοπισμό των συμπτωμάτων και στην εξέταση του ιατρικού ιστορικού του ατόμου συμπληρωματικά με άλλες εξετάσεις όπως η ακτινογραφία θώρακος ή ένα ηλεκτροκαρδιογράφημα.

Στην περίπτωση της πνευμονικής υπέρτασης, τα συμπτώματα μπορεί να είναι η δύσπνοια,  η έντονη κόπωση, η μειωμένη ικανότητα για άσκηση, η στηθάγχη, η βραχνάδα και ο βήχας με παρουσία αίματος. Επίσης η πνευμονική υπέρταση είναι δύσκολο να διαγνωστεί εγκαίρως, καθώς σε αρκετές περιπτώσεις τα άτομα εμφανίζουν λίγα συμπτώματα ή και καθόλου. Επομένως οι ειδικοί βασίζονται σε ανάλυση των όποιων συμπτωμάτων και παράλληλα εξετάζουν και άλλους παράγοντες, όπως η ηλικία και οι υφιστάμενες συνθήκες.

Ποιες είναι οι κύριες αιτίες εμφάνισης της πνευμονικής εμβολής και της πνευμονικής υπέρτασης;

Η κυριότερη αιτία εμφάνισης της πνευμονικής εμβολής προκύπτει συνήθως ως αποτέλεσμα θρόμβου αίματος στα πόδια ή την πύελο. Υπάρχουν ορισμένες ομάδες ατόμων, οι οποίες διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο ανάπτυξης θρόμβων αίματος όπως οι ηλικιωμένοι, τα άτομα που έχουν υποβληθεί σε ιατρική ή χειρουργική επέμβαση και παρέμειναν κλινήρεις για μεγάλες χρονικές περιόδους, τα άτομα με προηγούμενο ιστορικό θρόμβων αίματος και όσοι λαμβάνουν ορμονοθεραπεία και από του στόματος αντισυλληπτική θεραπεία.

Όσον αφορά την εμφάνισης πνευμονικής υπέρτασης οι παράγοντες μπορεί να ποικίλουν λόγω των διαφορετικών μορφών. Ωστόσο οι κύριες αιτίες σχετίζονται με τα γονίδια ενός ατόμου ή άλλες υπάρχουσες νόσους. Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να μην υπάρχει κάποια σαφής αιτιολογία και τότε να χαρακτηρίζεται ως ιδιοπαθής.

Υπάρχει θεραπεία;

Για την αντιμετώπιση και τη θεραπεία της πνευμονικής εμβολής μπορεί να γίνει σύσταση για αντιπηκτική αγωγή. Επίσης μπορεί να παρασχεθεί συμπληρωματικό οξυγόνο σε άτομα που δυσκολεύονται να αναπνεύσουν. Για τα άτομα που παρουσιάζουν επίμονη καρδιακή ανεπάρκεια και υψηλό κίνδυνο για εμφάνιση πνευμονικής εμβολής συνήθως προτείνεται θρομβολυτική αγωγή, η οποία διαλύει τους θρόμβους στις πνευμονικές αρτηρίες. Στις περιπτώσεις που δεν έχει αποτελεσματικότητα η φαρμακευτική αγωγή, τότε ως εναλλακτική επιλογή μπορεί να είναι η χειρουργική επέμβαση για αφαίρεση του θρόμβου.

Για την αντιμετώπιση και τη θεραπεία της πνευμονικής υπέρτασης δεν υπάρχει ακόμη γνωστή θεραπεία. Ωστόσο η φαρμακευτική αγωγή που συνήθως ενδείκνυται είναι η αντιπηκτική αγωγή ή συμπλήρωμα οξυγόνου. Σημαντικό για την κατάλληλη αντιμετώπιση της νόσου είναι να διευκρινιστεί ο τύπος της πνευμονικής υπέρτασης, ώστε να διαμορφωθεί αντίστοιχα και η κατάλληλη θεραπεία. Τα άτομα με πνευμονική αρτηριακή υπέρταση μπορούν να υποβληθούν σε συγκεκριμένες θεραπείες, γνωστές ως προστακυκλίνες, ανταγωνιστές υποδοχέα ενδοθηλίνης ή αναστολείς φωσφοδιεστεράσης τύπου 5. Όταν η πνευμονική υπέρταση οφείλεται σε χρόνια θρομβοεμβολική πάθηση, τότε ως θεραπεία συνίσταται η χειρουργική επέμβαση (πνευμονική ενδαρτηρεκτομή) η οποία εξαλείφει το θρόμβο και το υλικό ουλής στα αιμοφόρα αγγεία (αρτηρίες) των πνευμόνων. Όταν η πνευμονική υπέρταση συνδέεται με μακροχρόνιες καρδιακές ή πνευμονικές παθήσεις, τότε συνιστάται θεραπεία της υποκείμενης νόσου. Τέλος, σε σοβαρές περιπτώσεις η μεταμόσχευση πνεύμονα φαίνεται να αποτελεί επιλογή.

 

περισσότερα...

Πνευμονική ίνωση

Πνευμονική ίνωση χαρακτηρίζεται μια χρόνια νόσος του πνεύμονα, κατά την οποία ο πνεύμονας αντικαθίσταται με ινώδη ιστό και καταλήγει προοδευτικά στην ουλοποίησή του. Η πιο συχνή μορφή πνευμονικής ίνωσης είναι η ιδιοπαθής πνευμονική ίνωση. Οι παράγοντες που μπορεί να συντελέσουν στην εμφάνιση της πνευμονικής ίνωσης σχετίζονται με την επίδραση κάποιων περιβαλλοντικών παραγόντων (εισπνοή ερεθιστικών αερίων), τη λήψη ορισμένων φαρμάκων ή της προσβολής του πνεύμονα στο πλαίσιο νοσήματος που προσβάλλει και άλλα συστήματα του οργανισμού (αρθρώσεις, γαστρεντερικό, δέρμα κ.ά.) και το κάπνισμα. Δυστυχώς η πρόγνωση της νόσου δεν είναι καλή, καθώς τα άτομα με πνευμονική ίνωση καταλήγουν είτε από την ίδια τη νόσο (αναπνευστική ανεπάρκεια) είτε από επιπλοκές της (πνευμονική υπέρταση, μικροβιακές λοιμώξεις, καρκίνος πνεύμονα).

Ποια είναι τα συμπτώματα;

Λόγω της νόσου προκαλείται υποξυγοναιμία, η οποία προοδευτικά επιφέρει επιδεινούμενη δύσπνοια. Συγκεκριμένα η δύσπνοια αρχικά εμφανίζεται κατά τις στιγμές κόπωσης (όταν το άτομο εκτελεί δραστηριότητες) και στη συνέχεια κατά τις στιγμές ηρεμίας (όταν ξεκουράζεται). Επίσης, ένα άλλο σύμπτωμα είναι η ύπαρξη ενός χρόνιος ξηρού (χωρίς φλέγματα) βήχα. Σε ορισμένες περιπτώσεις παρατηρείται πληκτροδακτυλία (ανώδυνη διόγκωση στην επονομαζόμενη κοίτη των νυχιών στα δάκτυλα, τα οποία μοιάζουν με πλήκτρα τυμπάνου), καθώς και απώλεια βάρους, ανορεξία και αδυναμία.

Υπάρχει θεραπεία;

Όπως αναφέρθηκε, πρόκειται για μια προοδευτικά επιδεινούμενη και μη αναστρέψιμη νόσο. Η συμβατική θεραπεία που ακολουθείται για την αντιμετώπιση της πνευμονικής ίνωσης συμπεριλαμβάνει συνδυασμό κορτικοστεροειδών, αντιοξειδωτικών (Ν-ακετυλοκυστεΐνη) ανοσοκατασταλτικών και ανοσοτροποποιητικών φαρμάκων, χωρίς ωστόσο να επιφέρει ιδιαίτερα ικανοποιητικά αποτελέσματα. Η θεραπεία που κρίνεται αποτελεσματική και έχει αποδείξει ότι παρατείνει την επιβίωση (μέση επιβίωση σήμερα 5 χρόνια) των ασθενών, είναι η μεταμόσχευση πνεύμονα.

 

περισσότερα...

Νεοπλασίες του πνεύμονα

Ως νεοπλασία χαρακτηρίζεται ο ανώμαλος πολλαπλασιασμός των κυττάρων, ο οποίος προκαλεί συνήθως τη δημιουργία μιας μάζας ή ενός όγκου. Οι νεοπλασίες διακρίνονται σε καλοήθεις, προ-κακοήθεις (καρκίνωμα in situ) ή κακοήθεις (καρκίνος).

Οι κακοήθειες του πνεύμονα αποτελούν ένα είδος καρκίνου που ξεκινά από τα κύτταρα και τους ιστούς των πνευμόνων και μπορεί να κάνει μεταστάσεις σε άλλα σημεία του σώματος. Συνήθως προσβάλλει την τραχεία (αναπνευστικός σωλήνας), τους βρόγχους (αεραγωγοί) ή τις πνευμονικές κυψελίδες. Διακρίνεται στον μικροκυτταρικό καρκίνο του πνεύμονα, ο οποίος εμφανίζεται συνήθως σε ανθρώπους που καπνίζουν και στον μη μικροκυτταρικό με  πιο κοινή μορφή το αδενοκαρκίνωμα και το πλακώδες καρκίνωμα.

Ποια είναι τα αίτια εμφάνισης του καρκίνου του πνεύμονα;

Ο πιο συχνός και κοινός παράγοντας κινδύνου είναι το κάπνισμα. Ωστόσο υπάρχουν περιπτώσεις ανθρώπων που εμφανίζουν νεοπλασίες στον πνεύμονα λόγω του ότι έχουν εκτεθεί σε παθητικό κάπνισμα. Άλλοι παράγοντες σχετίζονται με την έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση (συμπεριλαμβανομένων των εκπομπών καυσαερίων των κινητήρων ντίζελ), έκθεση σε ανθυγιεινές συνθήκες που επικρατούν στο εργασιακό περιβάλλον (σε αμίαντο, σκόνη ξύλου, αναθυμιάσεις συγκόλλησης, αρσενικό, βιομηχανικά μέταλλα, π.χ. βηρύλλιο και χρώμιο) και σε έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση εσωτερικού χώρου (σε ραδόνιο ή καπνό λόγω καύσης άνθρακα). Άλλος παράγοντας μπορεί να είναι η κληρονομικότητα, ενώ αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του πνεύμονα διατρέχουν τα άτομα που πάσχουν από Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ), Πνευμονική ίνωση, Καρκίνο της κεφαλής, του τραχήλου (λαιμού) ή του οισοφάγου και από Λέμφωμα ή καρκίνο του μαστού (αντιμετώπιση με ακτινοθεραπεία θώρακος).

Ποια είναι τα προειδοποιητικά συμπτώματα που μπορεί να εμφανίσει κάποιος;

Αν η νεοπλασία βρίσκεται σε αρχικό στάδιο, τότε μπορεί να μην υπάρχουν συμπτώματα. Σε πιο προχωρημένο στάδιο τα συμπτώματα μπορεί να είναι είτε πιο ήπια είτε πιο θορυβώδη. Μερικά από τα πιο βασικά είναι η δύσπνοια, ο συριγμός, οι συχνές λοιμώξεις, ο πόνος στην περιοχή του θώρακα, ο βήχας (παραγωγικός και ξηρός), η αλλαγή στο βήχα του καπνιστή, η ξαφνική απώλεια βάρους, η επίμονη κόπωση και αδυναμία και το βράχνιασμα.

Όταν διαπιστωθούν μερικά από τα παραπάνω συμπτώματα και αν η παρουσία τους είναι αισθητή και εμμένουσα για κάποιο χρονικό διάστημα, τότε είναι σημαντικό το άτομο να απευθυνθεί άμεσα στον πνευμονολόγο για περαιτέρω διερεύνηση.

Υπάρχει θεραπεία;

Όπως και σε όλες τις παθήσεις, είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει έγκαιρη και έγκυρη διάγνωση. Υπάρχουν πολλοί διαφορετικοί τύποι νεοπλασιών του πνεύμονα, οι οποίες αντίστοιχα απαιτούν μια σειρά από διαφορετικές θεραπείες. Το πλάνο θεραπείας που θα ακολουθήσει ο ειδικός θα διαμορφωθεί με βάση τη διάγνωση, το στάδιο στο οποίο βρίσκεται, τη γενική κατάσταση της υγείας του ατόμου και τις προσωπικές του προτιμήσεις. Επομένως, οι μέθοδοι αντιμετώπισης μπορεί να επικεντρωθούν είτε στη θεραπεία του καρκίνου του πνεύμονα (θεραπευτική αγωγή, χειρουργική αντιμετώπιση, χημειοθεραπεία κ.ά.) είτε στο να βοηθήσει το άτομο να έχει μια καλύτερη και ποιοτική ζωή με τον καρκίνο του πνεύμονα (παρηγορητική θεραπεία).

 

περισσότερα...

Πνευμονικά οζίδια

Οζίδιο ή όζος ονομάζεται ένας ανατομικός φυσιολογικός ή παθολογικός σχηματισμός. Τα οζίδια μπορεί να εμφανιστούν σε οποιοδήποτε όργανο του ανθρώπινου σώματος. Η παρουσία ενός οζιδίου στον πνεύμονα αφορά μια μικρή βλάβη, που περιβάλλεται από κανονικό πνευμονικό ιστό και ο οποίος εκδηλώνεται συνήθως σε έναν από τους δυο πνεύμονες. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα υπέρπυκνο ιστό σε σχέση με το υπόλοιπο πνευμονικό παρέγχυμα.

Πως γίνεται η διάγνωση;

Στις περισσότερες περιπτώσεις ανιχνεύεται τυχαία, καθώς το πνευμονικό οζίδιο δεν παρουσιάζει κανένα σύμπτωμα. Αν υπάρχει ένδειξη συμπτώματος, αυτό σχετίζεται με συριγμό στην αναπνοή, βήχα, δύσπνοια και πυρετό (ειδικά αν συνυπάρχει με πνευμονία). Εντοπίζεται με κάποια απεικονιστική εξέταση (ακτινογραφία ή αξονική τομογραφία θώρακος). Το μέγεθός του δεν υπερβαίνει συνήθως τα 3cm σε διάμετρο και γενικά αν είναι κάτω από 6mm θεωρείται ως καλοήθες υπό παρακολούθηση. Διακρίνονται σε μονήρη όζο, όταν πρόκειται για την παρουσία ενός όζου ή σε πολλαπλούς. Κατά τη διάγνωση είναι σημαντικό να διαπιστωθεί εάν πρόκειται για καλοήθεια ή αν υπάρχει κακοήθεια αρχικού σταδίου. Οι πιθανότητες για να είναι καλοήθες αυξάνονται στις περιπτώσεις που το άτομο είναι μικρότερο των 40 ετών, δεν είναι καπνιστής και όταν το οζίδιο έχει εναπόθεση ασβεστίου και έχει μικρό μέγεθος.

Ποια είναι τα αίτια εμφάνισής τους;

Τα πνευμονικά οζίδια μπορεί να οφείλονται σε λοιμώξεις ή φλεγμονές (μύκητες, φυματίωση, απόστημα πνεύμονα, εστιακή πνευμονία), μη λοιμώδη αίτια (ρευματοειδής αρθρίτιδα, κοκκιωμάτωση Wegener, σαρκοΐδωση) ή σε άλλα είδη σχηματισμών καλοηθών όγκων του πνεύμονα (αμαρτώματα, βρογχικά αδενώματα, χονδρώματα, λιπώματα, ινώματα).

Υπάρχει θεραπεία;

Τα καλοήθη πνευμονικά οζίδια δεν απαιτούν χειρουργική αφαίρεση και είναι υπό ιατρική παρακολούθηση με επαναλαμβανόμενες ακτινογραφίες θώρακος για όσο χρονικό διάστημα απαιτείται. Ωστόσο υπάρχουν περιπτώσεις, που χρειάζεται να αφαιρεθούν όπως όταν υπάρχουν συμπτώματα πόνου αιμόπτυσης κ.ά., όταν υπάρχει η δυνατότητα μετατροπή σε κακοήθεια και όταν επιπλέκονται συχνά με πνευμονίες.

 

περισσότερα...

Σαρκοείδωση

Η σαρκοείδωση αναφέρεται σε μία αυτοάνοση πολυσυστηματική φλεγμονώδης νόσος του οργανισμού. Η φλεγμονή αυτή προκαλεί το σχηματισμό μικροσκοπικών εξογκωμάτων σε διάφορα σημεία του σώματος, τα οποία ονομάζονται κοκκιώματα. Η σαρκοείδωση μπορεί να επηρεάσει σχεδόν οποιοδήποτε μέρος του σώματος, όμως η πιο συνηθισμένες βλάβες παρουσιάζονται στους πνεύμονες, στoυς αδένες τoυ θώρακα (πνευμονική σαρκοείδωση), στoυς λεμφαδένες, στα μάτια και στo δέρμα.Τα κοκκιώματα που αναπτύσσονται αφορούν ανώμαλες συλλογές διαφόρων φλεγμονωδών κυττάρων, τα οποία σχηματίζουν μικροσκοπικές συστάδες στα όργανα που προσβάλλουν επηρεάζοντας τη φυσιολογική τους λειτουργία.
Ποια είναι αιτία εμφάνισης της σαρκοείδωσης;
Η ακριβής αιτία ακόμη δεν είναι γνωστή. Ωστόσο φαίνεται ότι η γενετική προδιάθεση ενός ατόμου σχετίζεται με την εμφάνιση για σαρκοείδωση έπειτα από την έκθεση σε ένα περιβαλλοντικό, επαγγελματικό ή μολυσματικό παράγοντα. Επίσης, κάποιοι μολυσματικοί παράγοντες φαίνεται να σχετίζονται σημαντικά με τη σαρκοείδωση, χωρίς ωστόσο κάποιος από αυτούς να διαδραματίζει άμεσο ρόλο ως ακριβής αιτία. Οι κυριότεροι εμπλεκόμενοι λοιμώδεις παράγοντες αφορούν μυκοβακτηρίδια, μύκητες, Borrelia, και ρικέτσια. Επίσης σε ορισμένες περιπτώσεις αναφερθεί η μετάδοση της νόσου μέσω της μεταμόσχευσης οργάνων. Τέλος, έχει παρατηρηθεί συσχέτιση με άλλες αυτοάνοσες διαταραχές, χωρίς όμως να είναι ακόμη γνωστός ο ακριβής μηχανισμός της σχέσης αυτής.
Ποια είναι τα συμπτώματα;
Η κλινική εκδήλωση της νόσου σχετίζεται με την έκταση και τη σοβαρότητα του οργάνου που πλήττεται. Υπάρχουν άτομα τα οποία είναι ασυμπτωματικά και η διάγνωση γίνεται τυχαία, έπειτα από κάποια ακτινογραφία θώρακος. Επομένως υπάρχουν άτομα με σαρκοείδωση που μπορεί να μην εκδηλώσουν καθόλου συμπτώματα. Ορισμένοι μπορεί να εκδηλώσουν ένα μόνο σύμπτωμα, ενώ άλλοι πολλά και εξουθενωτικά που απαιτούν ειδική θεραπευτική διαχείριση. Συνήθως το άτομο με σαρκοείδωση υποφέρει από ένα σύνολο συμπτωμάτων που εμφανίζονται σε όλη τη διάρκεια της ημέρας και πολλές φορές είναι απρόβλεπτα. Κάθε σύμπτωμα μπορεί να διαρκέσει για μερικές ημέρες, εβδομάδες ή μήνες, και μερικές φορές είναι μόνιμο.

Τα συμπτώματα που συχνά προκαλούνται από τη νόσο περιλαμβάνουν πυρετό, κούραση, κόπωση και εξάντληση, απώλεια βάρους, νυκτερινή εφίδρωση, έντονο πόνο στις αρθρώσεις, μυϊκή αδυναμία και μια συνολική αίσθηση κακής υγείας σαν να υπάρχουν συμπτώματα γρίπης 24 ώρες την ημέρα. Επίσης αναφέρονται συμπτώματα που μειώνουν την ποιότητα της ζωής όπως είναι η έντονη κόπωση, το αίσθημα γενικής κακουχίας, η αρθραλγία, η μυαλγία και συμπτώματα στα μάτια.

Η σαρκοείδωση στους πνεύμονες και το θώρακα

Όπως αναφέρθηκε πρόκειται για μια πολυσυστηματική νόσο, η οποία μπορεί να επηρεάσει όλα τα όργανα. Η εμφάνιση της σαρκοείδωσης στους πνεύμονες είναι η πιο συχνή μορφή. Τα συμπτώματα που εμφανίζονται στο αναπνευστικό σύστημα περιλαμβάνουν τον ξηρό και επίμονο βήχα, τη δυσκολία στην αναπνοή, το συριγμό, τον πόνο ή το σφίξιμο στο στήθος, τη δυσφορία.

Επίσης οι θωρακικοί λεμφαδένες προσβάλλονται συχνά και η σαρκοείδωση μπορεί να ανιχνευθεί με μια ακτινογραφία θώρακος. Γενικότερα οι λεμφαδένες κατανέμονται σε διάφορα σημεία του σώματος και αποτελούν σημαντικό τμήμα του ανοσολογικού συστήματος. Όταν η σαρκοειδική φλεγμονή προσβάλλει αυτούς τους αδένες, τότε αυτό έχει ως συνέπεια τη διόγκωσή τους. Οι διογκωμένοι λεμφαδένες αν και πρόκειται για μια δυσάρεστη κατάσταση, ωστόσο σπάνια προκαλούν σοβαρά ιατρικά προβλήματα εκτός αν ευρίσκονται πλησίον άλλων οργάνων τα οποία συμπιέζουν (όπως έναν βρόγχο ή ένα αιμοφόρο αγγείο).

Υπάρχει θεραπεία;

Δεν υπάρχει ειδική θεραπεία για τη σαρκοείδωση. Ωστόσο η νόσος μπορεί να αυτοπεριοριστεί και να μπει σε ύφεση από μόνη της με την πάροδο του χρόνου. Επίσης πολλά άτομα με σαρκοείδωση εμφανίζουν ήπια συμπτώματα και δεν χρήζουν άμεσης θεραπευτικής παρέμβασης. Στις περιπτώσεις που η θεραπεία είναι απαραίτητη, τότε το θεραπευτικό πλάνο στοχεύει αφενός στη συντήρηση των καλών πρακτικών για την υγεία και αφετέρου στην κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή. Η απόφαση για την έναρξη της θεραπείας εξαρτάται από την κλινική εικόνα του ατόμου, τη σοβαρότητα της συμπτωματολογίας που παρουσιάζει και το σύστημα οργάνων που εμπλέκονται.

περισσότερα...

Διαταραχές της αναπνοής στον ύπνο

Οι διαταραχές της αναπνοής είναι μια στον ύπνο είναι συχνή διαταραχή, η οποία επηρεάζει αρκετούς ανθρώπους. Πρόκειται για ένα ευρύ όρο, ο οποίος χρησιμοποιείται προκειμένου να περιγράψει ένα φάσμα αναπνευστικών διαταραχών που οδηγούν σε μη φυσιολογική αναπνοή κατά τον ύπνο. Οι διαταραχές της αναπνοής εκδηλώνονται με διαφορετική συμπτωματολογία στον καθένα, όπως με τη μορφή του ροχαλητού έως την αποφρακτική υπνική άπνοια (ή υποάπνοια), η οποία περιλαμβάνει επανειλημμένα επεισόδια μερικής ή ολικής απόφραξης της αναπνευστικής οδού κατά τη διάρκεια του ύπνου.

Ποιες είναι οι διαταραχές αναπνοής στον ύπνο;

Υπάρχουν διάφοροι τύποι διαταραχών της αναπνοής στον ύπνο, αλλά η πιο συνηθισμένη μορφή είναι η υπνική άπνοια, όπου ο όρος άπνοια σημαίνει προσωρινή διακοπή της αναπνοής. Η υπνική άπνοια συνήθως αναφέρεται στο σύνδρομο της αποφρακτικής υπνικής άπνοιας (ΣΑΑΥ), κατά την οποία το άτομο στιγμιαία δεν μπορεί να αναπνεύσει λόγω της προσωρινής απόφραξης του αεραγωγού στο λαιμό (φάρυγγας). Αυτό μπορεί να συμβεί αρκετές φορές κατά τη διάρκεια του ύπνου. Πρόκειται για μια πάθηση, η οποία αν δεν διαγνωστεί και αντιμετωπιστεί έγκαιρα μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες στην ευεξία και τον τρόπο ζωής ενός ανθρώπου. Οι παράγοντες που επιβαρύνουν και επηρεάζουν την εμφάνιση της υπνικής άπνοιας είναι η ηλικία (άτομα άνω των 60 ετών), η παχυσαρκία, το κάπνισμα, το αλκοόλ και η γονιδιακή προδιάθεση.

Το ροχαλητό είναι ένα από τα συμπτώματα της υπνικής άπνοιας, χωρίς απαραίτητα αυτό να σηματοδοτεί πως όλοι όσοι ροχαλίζουν πάσχουν από υπνική άπνοια. Συνήθως, το ροχαλητό είναι το πρωταρχικό σύμπτωμα που θα τους παρακινήσει να απευθυνθούν σε κάποιον ειδικό. Άλλα συμπτώματα που μπορεί να προκαλέσει λόγω της κακής ποιότητας ύπνου και της αναπνευστικής διαταραχής είναι η δυσκολία συγκέντρωσης, οι πρωινές κεφαλαλγίες, η νυκτουρία (συχνή νυχτερινή ούρηση), προβλήματα που αφορούν την ερωτική επιθυμία, η υψηλή αρτηριακή πίεση και η αύξηση βάρους. Αν δεν αντιμετωπιστούν εγκαίρως, τα συμπτώματα αυτά μπορεί δυνητικά να προκαλέσουν σοβαρά προβλήµατα υγείας, όπως υψηλή αρτηριακή πίεση, εγκεφαλικά επεισόδια, καρδιακή ανεπάρκεια, διαβήτη, εγκεφαλική βλάβη και κατάθλιψη.

Τα άτομα που παρουσιάζουν υπνική άπνοια συχνά δεν αντιλαμβάνονται το πρόβλημα ή απλώς να συνειδητοποιούν ότι ροχαλίζουν ή ότι παίρνουν σπασμωδικές εισπνοές και πως νιώθουν υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας. Σε αυτό παίζει σημαντικό ρόλο η παρατήρηση και διαπίστωση της διαταραχής από άτομα του περιβάλλοντος.

Υπάρχει θεραπεία;

Μια λεπτομερής καταγραφή του ύπνου, η αξιολόγηση των συμπτωμάτων και η κλινική εξέταση από τον ειδικό αρκούν για να τεθεί η διάγνωση. Στη συνέχεια μπορεί να συσταθεί η κατάλληλη θεραπευτική αντιμετώπιση. Η θεραπεία που θεωρείται αποτελεσματική για την υπνική άπνοια είναι η συνεχής θετική πίεση των αεραγωγών (CPAP), η οποία είναι απλή και εξαιρετικά χαμηλή σε κόστος. Αυτό επιτυγχάνεται μέσω ειδικού μηχανήματος, το οποίο παράγει ροή αέρα μέσω μάσκας πάνω στη μύτη (ή στη μύτη και στο στόμα) σε πίεση η οποία ρυθμίζεται ώστε να κρατήσει το λαιμό ανοικτό κατά τη διάρκεια της νύχτας.  Για να υπάρχει συνεχές όφελος, θα πρέπει να χρησιμοποιείται κάθε νύχτα. Άλλες λύσεις περιλαμβάνουν τη συσκευή που φοριέται μέσα στο στόμα προκειμένου να φέρει την κάτω γνάθο προς τα εμπρός ή σε άλλες περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί χειρουργική επέμβαση για αφαίρεση των αμυγδαλών.

περισσότερα...

Αλλεργίες

Αλλεργία ονομάζεται η υπερβολική αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος ως απάντηση στην επαφή του οργανισμού με ορισμένες ξένες ουσίες. Είναι στην ουσία μια αντίδραση απέναντι σε ένα, κατά τα άλλα, αθώο αντιγόνο (δηλαδή μια πρωτεΐνη) που ονομάζεται αλλεργιογόνο. Για να αναπτυχθεί μια αλλεργία στον οργανισμό θα πρέπει να έχει προηγηθεί ευαισθητοποίηση σε ένα αλλεργιογόνο. Ο όρος ευαισθητοποίηση αναφέρεται στη διαδικασία κατά την οποία η άμυνα του οργανισμού καθώς έρχεται σε επαφή με ένα αλλεργιογόνο, αντί να το αγνοήσει όπως θα ήταν το σωστό, δίνει σήμα στα ειδικά κύτταρα να παράγουν αντισώματα προκειμένου να καταπολεμήσουν το συγκεκριμένο αλλεργιογόνο. Η ευαισθητοποίηση μπορεί να συμβεί σε οποιαδήποτε χρονική περίοδο της ζωής μας, από την πρώτη φορά που θα έρθει σε επαφή με το αλλεργιογόνο κατά την παιδική ηλικία μέχρι την πολλοστή φορά στην ενήλικη ζωή.

Ποιοι είναι οι παράγοντες εμφάνισης της αλλεργίας;

Οι παράγοντες που συμβάλλουν στην ανάπτυξη και εμφάνιση της αλλεργίας είναι πολλοί. Ένας σημαντικός παράγοντας οφείλεται στην κληρονομικότητα. Συγκεκριμένα οι πιθανότητες εμφάνισης μιας αλλεργίας αυξάνονται, αν ένας από τους δύο ή και οι δύο γονείς του είναι αλλεργικοί συγκριτικά με κάποιον που οι γονείς του δεν είναι. Βέβαια, αυτό δεν είναι απόλυτος κανόνας καθώς μπορεί και να μην εκδηλώσει ποτέ συμπτώματα ή μπορεί να εκδηλώσει διαφορετικού είδους αλλεργία. Ένας άλλος παράγοντας είναι το περιβάλλον. Ορισμένοι που έχουν γενετική την προδιάθεση να εμφανίσουν αλλεργία, χρειάζεται να εκτεθούν σε κάποιο αλλεργιογόνο προκειμένου να την αναπτύξουν. Επομένως όσο πιο έντονη και επαναλαμβανόμενη είναι η έκθεση σε κάποιο αλλεργιογόνο στο περιβάλλον του ατόμου και όσο νωρίτερα συμβαίνει αυτό στη ζωή του, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες να αναπτύξει την αλλεργία. Άλλοι παράγοντες που δρουν ενισχυτικά στις αλλεργίες είναι το κάπνισμα, η ρύπανση, μόλυνση και ορμόνες.

Ποια μορφή έχουν οι αλλεργίες;

Οι πιο συνηθισμένες μορφές αλλεργίας που μπορεί να οδηγήσουν κάποιον να επισκεφθεί τον πνευμονολόγο είναι:

  • Η αλλεργική ρινίτιδα: οφείλεται σε ερεθισμό και φλεγμονή του ρινικού βλεννογόνου, ενώ μπορεί να προσβληθούν παρακείμενες περιοχές όπως τα ιγμόρεια ή ο φάρυγγας. τα συμπτώματα που θα εμφανίσει το άτομο είναι η καταρροή, η ρινική συμφόρηση, το φτέρνισμα, ο κνησμός στην περιοχή της μύτης ή των αυτιών και η αίσθηση ξένου σώματος στο φάρυγγα (ξηρός βήχας).
  • Το άσθμα: οφείλεται από τη φλεγμονή των αεραγωγών του πνεύμονα (βρόγχων), η οποία προκαλεί στένωση των αεραγωγών περιορίζοντας τη ροή του αέρα μέσα και έξω από τους πνεύμονες (βρογχοστένωση). Πολλές φορές το άσθμα συνδέεται με αλλεργίες. Τα συμπτώματα που θα εμφανίσει το άτομο είναι η δύσπνοια, ο συριγμός, ο βήχας και η στηθάγχη (σφίξιμο στο στήθος).

Ποια είναι η θεραπεία και η αντιμετώπιση της αλλεργίας;

Λόγω της πολυπλοκότητας με την οποία εκδηλώνονται οι αλλεργίες και λόγω του ότι τα αλλεργιογόνα μπορεί να βρίσκονται παντού στο περιβάλλον, η θεραπεία και η αντιμετώπιση των αλλεργιών δεν είναι εύκολη υπόθεση. Συνήθως η θεραπεία διακρίνεται σε τρία επίπεδα: την αποφυγή της επαφής με το αλλεργιογόνο, την ανακουφιστική και αντιφλεγμονώδη θεραπεία και την ανοσοποίηση (απευαισθητοποίηση). Η αποφυγή του αλλεργιογόνου προφανώς είναι η καλύτερη μέθοδος προστασίας, αλλά ωστόσο είναι δύσκολο να επιτευχθεί έως και αδύνατη, όταν πρόκειται για κάτι που υπάρχει στο περιβάλλον. Οι φαρμακευτικές ουσίες που συστήνονται μπορούν να προσφέρουν εξαιρετική ανακούφιση από τα συμπτώματα της αλλεργίας και του άσθματος χωρίς να έχουν ιδιαίτερες παρενέργειες. Συνήθως αυτές περιλαμβάνουν τα αντιϊσταμινικά, τα συμπαθητικομιμητικά και τα αποσυμφορητικά, τα βρογχοδιασταλτικά, όπως οι β2-διεγέρτες, τα αντιχολινεργικά, τους αναστολείς της φωσφοδιεστεράσης, τη χρωμογλυκίνη, τα αντιλευκοτριενικά  και τα κορτικοειδή.

 

περισσότερα...