Άσθμα

Το άσθμα είναι μια μακροχρόνια πάθηση που χαρακτηρίζεται από φλεγμονή των αεραγωγών. Μόλις ένα άτομο με άσθμα εισπνεύσει κάποιον ερεθιστικό παράγοντα από το περιβάλλον, αυτομάτως προκαλείται μια υπερβολική απάντηση των βρόγχων με σύσπαση των λείων μυικών ινών των αεραγωγών (βρογχόσπασμο), η οποία οδηγεί σε στένωση του αυλού τους. Το άσθμα διακρίνεται στις εξής περιπτώσεις: i) παιδικό άσθμα, το οποίο συνεχίζεται και στην ενήλικη ζωή, ii) άσθμα, το οποίο επανεμφανίστηκε έπειτα από σχετική πάθηση στην παιδική ηλικία και κατόπιν εξαλείφθηκε και iii) άσθμα, το οποίο εμφανίστηκε μόνο κατά την ενήλικη ζωή. Το άσθμα στους ενήλικες συνήθως πλήττει το γυναικείο φύλο και συνδέεται συχνά με αλλεργίες και συνοδεύεται από άλλες αλλεργικές ασθένειες, όπως η αλλεργική ρινίτιδα.

Ποια είναι τα συμπτώματα του άσθματος;

Οι ενήλικες με άσθμα μπορεί να εμφανίσουν ένα ευρύ φάσμα συμπτωμάτων, με διαφορετικά επίπεδα σοβαρότητας. Τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα περιλαμβάνουν το συριγμό, το βήχα, τη στηθάγχη, τη δύσπνοια και εύκολη κόπωση. Υπάρχουν περιπτώσεις, όπου τα συμπτώματα μπορεί να επιδεινωθούν με την πάροδο ωρών ή λεπτών, και να οδηγήσουν σε μια σοβαρή στένωση των αεραγωγών, η οποία είναι γνωστή ως κρίση άσθματος. Σε μια τέτοια περίπτωση συνήθως χρειάζεται πρόσθετη φαρμακευτική αγωγή, ή σε πιο σοβαρές περιπτώσεις ακόμη και νοσηλεία. Τα συμπτώματα μπορεί να επιδεινωθούν συνήθως από πνευμονικές λοιμώξεις, οι οποίες είναι συχνές κατά την περίοδο του χειμώνα και μετά την περίοδο των θερινών διακοπών.

Στους ενήλικες που το άσθμα τους συνδέεται και με αλλεργίες, τα συμπτώματα εμφανίζονται έπειτα από έκθεση σε αλλεργιογόνα, όπως η οικιακή σκόνη, τα κατοικίδια ζώα, ή διάφορα υλικά στο χώρο εργασίας.

Γενικά τα συμπτώματα μπορούν να ρυθμιστούν με την κατάλληλη θεραπεία ή σε άλλες περιπτώσεις μπορεί να υποχωρήσουν αυτόματα. Η αποφυγή του ερεθιστικού παράγοντα που προκάλεσε τα συμπτώματα πολλές φορές είναι αρκετό προκειμένου να υπάρξει βελτίωση της κατάστασης.

Υπάρχει θεραπεία;

Για τη διάγνωση του άσθματος δεν υπάρχει μέχρι στιγμής ευρέως χρησιμοποιούμενη εξέταση. Ωστόσο είναι σημαντικό να αξιολογηθεί και να τεθεί η διάγνωση καθώς μπορεί να υπάρξει σύγχυση με άλλες παθήσεις, όπως η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) λόγω κοινών συμπτωμάτων.

Ουσιαστικά κύριος στόχος της θεραπείας είναι η διαχείριση της άσθματος με τη διατήρηση του ελέγχου των συμπτωμάτων, καθώς και με την πρόληψη ώστε να αποφευχθεί η επιδείνωση των συμπτωμάτων και των κρίσεων άσθματος. Αυτό συμβαίνει καθώς δεν υπάρχει συγκεκριμένη θεραπεία για τους περισσότερους τύπους άσθματος ενηλίκων. Η διαχείριση του άσθματος σχετίζεται με την αποφυγή του παθητικού ή ενεργητικού καπνίσματος, τον εντοπισμό τυχόν παραγόντων που προκαλούν ή επιδεινώνουν τα συμπτώματα, την αποφυγή έκθεσης σε αερομεταφερόμενα αλλεργιογόνα και την αποφυγή έκθεσης σε υψηλά επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης

Η φαρμακευτική αγωγή που συνήθως συνίσταται από τον ειδικό αφορά α) τη ρυθμιστική αγωγή, η οποία αφορά τα εισπνεόμενα κορτικοστεροειδή και β) την αναλγητική αγωγή, η οποία στοχεύει στην ανακούφιση των συμπτωμάτων και χρησιμοποιούνται κυρίως σε περιπτώσεις κρίσης άσθματος ή επιδείνωσης των συμπτωμάτων (εισπνεόμενα βρογχοδιασταλτικά, βραχείας δράσης β-αγωνιστές) και γ) η φαρμακευτική αγωγή αντιμετώπισης των κρίσεων που σχετίζονται κυρίως με κορτιζόνη σε χάπια ή ενέσιμης μορφής. Γενικά, η θεραπεία που θα ακολουθηθεί ποικίλλει από άτομο σε άτομο λόγω της διαφορετικότητας των ανθρώπων αλλά και των εκάστοτε συμπτωμάτων.

 

 

περισσότερα...

Χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ)

Ως Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) περιγράφεται μια ομάδα αναπνευστικών παθήσεων, όπως είναι η χρόνια βρογχίτιδα και το πνευμονικό εμφύσημα. Κοινό χαρακτηριστικό των παθήσεων αυτών είναι η απόφραξη των αεραγωγών του αναπνευστικού συστήματος, με αποτέλεσμα να προκαλείται το σύμπτωμα της δύσπνοιας δυσχαιρένοντας την καθημερινότητα και την ποιότητα ζωής των πασχόντων. Η απόφραξη των αεραγωγών χαρακτηρίζεται ως εμμένουσα και επιδεινώνεται προοδευτικά, καθώς εξελίσσεται η φλεγμονή στους αεραγωγούς και τους πνεύμονες από τα βλαβερά σωματίδια ή αέρια. Η βασική αιτία της χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας είναι το κάπνισμα, ενώ λιγότερο συχνές αιτίες είναι η εισπνοή τοξικών ουσιών ή αερίων (παθητικό κάπνισμα, ατμοσφαιρική ρύπανση, έκθεση σε ρυπογόνο επαγγελματικό περιβάλλον) και σπανιότερα η γενετική προδιάθεση.

Ποια είναι τα συμπτώματα της ΧΑΠ;

Συνήθως όσοι πάσχουν από ΧΑΠ ανήκουν στους καπνιστές. Τα συμπτώματα που εμφανίζονται είναι ο βήχας με απόχρεμψη (γνωστός ως «τσιγαρόβηχας»), ο συριγμός, η δύσπνοια σε στιγμές άσκησης και σταδιακή ύφεση κατά την ηρεμία και το αίσθημα σύσφιγξης στο θώρακα. Τα άτομα με ΧΑΠ προσβάλλονται συχνά από λοιμώξεις του αναπνευστικού και μπορεί να εμφανίσουν και άλλα συνοδά νοσήματα όπως στεφανιαία νόσο, αρρυθμίες, υπέρταση, καρδιακή ανεπάρκεια, καρκίνο του πνεύμονα, σύνδρομο άπνοιας στον ύπνο, πνευμονική υπέρταση, οστεοπόρωση, αναιμία, σακχαρώδη διαβήτη και κατάθλιψη.

Η επιδείνωση των συμπτωμάτων και της κλινικής κατάστασης του ατόμου ονομάζεται παρόξυνση, η οποία χρήζει τροποποίηση της θεραπευτικής αγωγής και σε ορισμένες σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί άμεση νοσηλεία.

Πως γίνεται η διάγνωση για την ΧΑΠ και ποια η θεραπεία της;

Η έγκαιρη και έγκυρη διάγνωση είναι απαραίτητη στην χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια. Οι μισοί από αυτούς που πάσχουν δεν γνωρίζουν την ύπαρξη της νόσου, καθώς η ΧΑΠ χαρακτηρίζεται ως μια «σιωπηλή» νόσος, και πολλοί από αυτούς συνεχίζουν να καπνίζουν επιβαρύνοντας και επιδεινώνοντας την κατάστασή τους. Ο πνευμονολόγος φροντίζει για το ολοκληρωμένο και πλήρες ιατρικό ιστορικό του ατόμου, αξιολογεί τη φυσική του κατάσταση και την κλινική εικόνα και παραπέμπει σε κλινικο­εργαστηριακές εξετάσεις (ακτινογραφία θώρακος, οξυμετρία, σπιρομέτρηση κ.ά.). Η μέθοδος της σπιρομέτρησης είναι ιδιαιτέρως σημαντική στη διάγνωση και στην κλινική παρακολούθηση της πορείας του ατόμου. Πρόκειται για μια ανώδυνη, ευαίσθητη και ασφαλή μέτρηση, κατά την οποία το άτομο καλείται να φυσήξει σε ένα σωλήνα που συνδέεται με το σπιρόμετρο, προκειμένου να μετρηθεί ο όγκος και η ροή του αέρα από τους πνεύμονές του.

Για τη θεραπεία και αντιμετώπιση της ΧΑΠ χρειάζεται τα άτομα που ανήκουν στους καπνιστές να διακόψουν άμεσα τη βλαβερή συνήθεια, κάτι το οποίο είναι εξίσου σημαντικό με τη φαρμακευτική θεραπεία. Η διακοπή του καπνίσματος συμβάλλει στην αναχαίτιση εξέλιξης της νόσου και η φαρμακευτική αγωγή έχει καλύτερη αποτελεσματικότητα. Επίσης, στο πλαίσιο της πρόληψης ή της αντιμετώπισης συνίστανται οι εμβολιασμοί για τη γρίπη (κάθε φθινόπωρο) και τον πνευμονιόκοκκο (κάθε πέντε χρόνια, δύο φορές συνολικά), προκειμένου να αποφευχθεί περαιτέρω λοίμωξη και επιβάρυνση του αναπνευστικού συστήματος.

Η φαρμακευτική αντιμετώπιση συνήθως περιλαμβάνει τη χρήση εισπνεόμενων βρογχοδιασταλτικών, εισπνεόμενων στεροειδών (σε προχωρημένα στάδια ή σε παροξύνσεις) και βρογχοδιασταλτικών και αντιφλεγμονώδων ουσιών. Σε κάποιες περιπτώσεις -κυρίως σε προχωρημένα στάδια- μπορεί να χορηγηθεί οξυγόνο και να συσταθεί πνευμονική αποκατάσταση. Σε πολύ σοβαρές περιπτώσεις ενδέχεται να γίνει τοποθέτηση βαλβίδων εμφυσήματος στους βρόγχους ή χειρουργική αφαίρεση των κατεστραμμένων περιοχών των πνευμόνων.

 

περισσότερα...

Λοιμώξεις του αναπνευστικού

Οι λοιμώξεις του αναπνευστικού αποτελούν την πιο συνηθισμένη κατηγορία νοσημάτων που ταλαιπωρούν ή κάποιες φορές απειλούν την υγεία πολλών ανθρώπων ετησίως. Πρόκειται για ένα ευρύ φάσμα νοσημάτων, που κυμαίνεται από ένα απλό κρυολόγημα μέχρι και την εμφάνιση μιας σοβαρής πνευμονίας και γι’ αυτό το λόγο χρήζουν διαφορετική προσέγγιση στην αντιμετώπισή τους. Τα τελευταία χρόνια, παρά την αλματώδη εξέλιξη της ιατρικής επιστήμης στην αντιμετώπιση και θεραπεία των λοιμωδών νοσημάτων, παρατηρείται η εμφάνιση νέων παθογόνων παραγόντων και μεταλλάξεων των ιών λόγω της ανθεκτικότητας και της μετάλλαξης των μικροβίων στα εκάστοτε αντιβιοτικά.

Ποιες είναι οι λοιμώξεις του αναπνευστικού;

Υπεύθυνη για την εμφάνιση των λοιμώξεων του αναπνευστικού είναι η εισβολή κάποιου μικροοργανισμού στο αναπνευστικό σύστημα και αυτό έχει ως συνέπεια να διαταραχθεί η ισορροπία μεταξύ του αμυντικού συστήματος και του μικροβιακού πληθυσμού. Διακρίνονται σε δύο κατηγορίες, οι οποίες αφορούν τις λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού και τις λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού. Επίσης, υπάρχουν οι εποχικές λοιμώξεις -ιδιαίτερα κατά τους φθινοπωρινούς και χειμερινούς μήνες- οι οποίες στις περισσότερες περιπτώσεις είναι ιογενείς (ιώσεις), όπως οι ιοί της γρίπης τύπου Α (H1N1, H3N2, Η5Ν1), B και C, οι ρινοιοί (κοινό κρυολόγημα), ο αναπνευστικός συγκυτιακός ιός (σοβαρή νόσος στα παιδιά και τους ηλικιωμένους), οι αδενοιοί και οι ιοί της παραινφλουέντζας (γριπώδης συνδρομή).

Οι λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού σχετίζονται με το φάρυγγα, το λάρυγγα, τις αμυγδαλές και την τραχεία. Αντίστοιχα ονομάζονται και οι παθήσεις που προκαλούνται, όπως η φαρυγγίτιδα, λαρυγγίτιδα, αμυγδαλίτιδα και τραχειοβρογχίτιδα. Άλλες συχνές λοιμώξεις είναι η γρίπη, η ιγμορίτιδα και η ωτίτιδα. Τέλος, ως λοίμωξη του ανώτερου αναπνευστικού αναφέρεται και η λοιμώδη μονοπυρήνωση. Οι λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού συνήθως οφείλονται σε ιογενή αιτιολογία.

Οι λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού σχετίζονται με τους πνεύμονες και υπάρχει σημαντική σοβαρότητα των νοσημάτων που προκύπτουν. Συνήθως πρόκειται για μικροβιακές λοιμώξεις και όχι ιογενείς. Ορισμένες από τις λοιμώξεις αφορούν την πνευμονία, τη βρογχίτιδα, διάφορα εμφυσήματα, την χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια και το βρογχικό άσθμα. Σε κάποιες σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να χρειαστεί ακόμη και νοσοκομειακή νοσηλεία του ατόμου.

Ποια είναι τα συμπτώματα που θα εμφανίσει ο ασθενής;

Στις λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού ως πρωταρχικό σύμπτωμα εμφανίζεται ο βήχας. Ωστόσο, το άτομο μπορεί να εμφανίσει και συνοδά συμπτώματα όπως ρινική συμφόρηση και καταρροή,  πυρετό,  πονοκέφαλο, πόνους στους μύες και στα κόκκαλα (αρθραλγίες). Συνήθως υπάρχει μια κορύφωση των συμπτωμάτων ύστερα από δύο με τρεις ημέρες και στη συνέχεια σταδιακά υποχωρούν. Σε γενικές γραμμές η συμπτωματολογία και η κλινική εικόνα του πάσχοντα είναι ήπια, με προοδευτική και σταδιακή επιδείνωση. Αντιθέτως στις λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού, το άτομο αδυνατεί να ανταποκριθεί στην καθημερινότητά του καθώς τα συμπτώματα είναι αρκετά έντονα και σε ορισμένες περιπτώσεις υπάρχει απότομη επιδείνωση. Συνοδά συμπτώματα στις μικροβιακές λοιμώξεις πέρα των ανωτέρω είναι η απώλεια όρεξης, διάθεσης και ενέργειας.

Ποια είναι η θεραπεία και αντιμετώπιση των λοιμώξεων;

Για να τεθεί η κατάλληλη θεραπεία, είναι απαραίτητο να έχει προηγηθεί η κλινική εκτίμηση του ατόμου από τον ειδικό προκειμένου να γίνει σωστή διάγνωση. Απώτερος σκοπός της θεραπείας είναι η ανακούφιση του ατόμου από τα συμπτώματα. Παράλληλα χρειάζεται ανάπαυση και να μην υπάρχει καταπόνηση του οργανισμού όσο διαρκεί η λοίμωξη. Ιδιαίτερα στις λοιμώξεις του ανώτερου αναπνευστικού ο οργανισμός ανακάμπτει από μόνος του έπειτα από μερικές ημέρες.

Συνήθως η θεραπεία και η αντιμετώπιση που μπορεί να συστήσει ο ειδικός αφορά τη χορήγηση αντιπυρετικών, την κατανάλωση υγρών, η διακοπή του καπνίσματος στους καπνιστές και η ξεκούραση. Σε ορισμένες περιπτώσεις -και όπου το κρίνει απαραίτητο ο ειδικός- χρειάζεται η χορήγηση αντιβιωτικών και αντιικών φαρμάκων.

Υπάρχει πρόληψη;

Σε όποιο τομέα της υγείας υπάρχει η δυνατότητα της πρόληψης είναι σημαντικό να υπάρχει ενημέρωση και να λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα. Όσον αφορά τις λοιμώξεις του αναπνευστικού η πρόληψη διαχωρίζεται σε δύο τομείς. Ο πρώτος σχετίζεται με τον εμβολιασμό για τους ιούς και τα βακτήρια και ο δεύτερος στην εφαρμογή και την τήρηση των κανόνων υγιεινής που θα προστατεύσουν το αναπνευστικό σύστημα από την πρόσληψη του ιού.

περισσότερα...